...Αναζητώντας της δυνατότητες «αλλαγής του εαυτού», έψαξα στη σύγχρονη ψυχολογία, καθόσον είχα ήδη κάποια προπαίδεια, αφού είχα αρχίσει από τον Βίλχεμ Ράϊχ, την εποχή που ήταν της μόδας και είχα συνεχίσει με Κάρλ Γιούγκ.
Διαπίστωσα ότι η μοντέρνα ψυχολογία, καθώς ασχολείται μόνο με τον ψυχικά ασθενή, δεν είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις. Εδώ χρειαζόταν μια άλλη ψυχολογία, που να ασχολείται με τον υγιή άνθρωπο. Η αναζήτηση μιας τέτοιας ψυχολογίας οδηγεί αναγκαστικά σε συστήματα ανατολικής προελεύσεως, εσωτεριστικά και αποκρυφιστικά. Απ’ όσα μπόρεσα να διεξέλθω το ενδιαφέρον μου συγκέντρωσε το «σύστημα» του μυστηριώδη Έλληνα της Υπερκαυκασίας Γεωργίου Ιβάνοβιτς Γκουρτζίεφ (Γεωργιάδη), το οποίο παρουσιαζόταν, απ’ αυτόν και τους μαθητές του, ακριβώς ως το ζητούμενο σύστημα αυτο-αλλαγής του συνηθισμένου-υγιούς ανθρώπου.
Το σύστημα αυτό ξεκινούσε από την αναγνώριση της μηχανικότητας του συνηθισμένου ανθρώπου και διατεινόταν ότι έχει ολόκληρο οπλοστάσιο μεθόδων για την υπερνίκησή της. Δυστυχώς όμως για μένα ο προσανατολισμός του ήταν εξωκοινωνικός. Ναι μεν στόχευε στον άνθρωπο που είναι κύριος του εαυτού του, στην «πραγματική ατομικότητα», αλλά την πραγμάτωσή της τη θεωρούσε δυνατή μόνο στο «αστρικό πεδίο» και όχι στις κοινωνικές σχέσεις.
Η άποψή του για την κοινωνική πραγματικότητα ήταν ότι αυτή καθορίζεται από «κοσμικές επιδράσεις», τις οποίες με τίποτα δεν μπορούμε να επηρεάσουμε. Φυσικά δεν ήταν αυτού του είδους η «ατομικότητα» που εμένα μ’ ενδιέφερε. Εγώ ζητούσα την αλλαγή του εαυτού, ως προϋπόθεση για την αλλαγή του κόσμου.
Η άποψή του για την κοινωνική πραγματικότητα ήταν ότι αυτή καθορίζεται από «κοσμικές επιδράσεις», τις οποίες με τίποτα δεν μπορούμε να επηρεάσουμε. Φυσικά δεν ήταν αυτού του είδους η «ατομικότητα» που εμένα μ’ ενδιέφερε. Εγώ ζητούσα την αλλαγή του εαυτού, ως προϋπόθεση για την αλλαγή του κόσμου.
Η μελέτη επίσης της συλλογικής όψης του προβλήματος με είχε οδηγήσει στη νεομαρξιστική Σχολή της Φρανκφούρτης και ειδικότερα στη διαλεκτική της αυτοαναίρεσης του Διαφωτισμού. Και τέλος στο πρόβλημα της αποσύνθεσης του νεωτερικού ατόμου και της μηχανοποίησής του, λόγω της αφομοίωσής του από τα αυτονομημένα μηχανικά συστήματα.
Βρέθηκα, έτσι, μπρος σε μια νέα εκδοχή πλατωνικού σπηλαίου:
Μπρος στη διαπίστωση ότι ο σύγχρονος άνθρωπος είναι δέσμιος μιας διπλής μηχανικότητας. Μιας μηχανικότητας πολιτισμικής και μιας άλλης βαθύτερης, αγνώστου προελεύσεως. Ήταν επομένως φανερό γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος, - διπλά μηχανοποιημένος, μέσα σε ένα μηχανοποιημένο κοινωνικό σύστημα,- δεν ήταν ικανός να αλλάξει το παραμικρό, στον εαυτό του και στην κοινωνία. Να αλλάξει κάτι σε κατεύθυνση αντίθετη προς αυτήν που κινείται το Σύστημα. Ελάχιστα παρηγορητική μια τέτοια κατανόηση καθιστούσε το πρόβλημα άλυτο.
Μπρος στη διαπίστωση ότι ο σύγχρονος άνθρωπος είναι δέσμιος μιας διπλής μηχανικότητας. Μιας μηχανικότητας πολιτισμικής και μιας άλλης βαθύτερης, αγνώστου προελεύσεως. Ήταν επομένως φανερό γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος, - διπλά μηχανοποιημένος, μέσα σε ένα μηχανοποιημένο κοινωνικό σύστημα,- δεν ήταν ικανός να αλλάξει το παραμικρό, στον εαυτό του και στην κοινωνία. Να αλλάξει κάτι σε κατεύθυνση αντίθετη προς αυτήν που κινείται το Σύστημα. Ελάχιστα παρηγορητική μια τέτοια κατανόηση καθιστούσε το πρόβλημα άλυτο.
Οι μεταμαρξιστικές θεωρήσεις δεν έδιναν λύση, γιατί δεν έβλεπαν το εσωτερικό-ψυχικό περιεχόμενο του προβλήματος. Τα συστήματα που το έβλεπαν δεν έδιναν σημασία στην εξωτερική-κοινωνική του πλευρά. Πλήρες αδιέξοδο λοιπόν. Για μια ακόμη φορά «στο χείλος της αβύσσου».
Η αναζήτηση του Προσώπου
Μερικές από τις ιδέες του Γεωργιάδη ήταν «αποκάλυψη»:
- Η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ημιτελές ον, που πρέπει να ολοκληρωθεί με δικές του συνειδητές προσπάθειες.
- Η ιδέα ότι χαρακτηριστικό της υπανάπτυξής του είναι η μηχανικότητά του, μια ειδική μορφή ύπνου.
- Η ιδέα ότι έχει πολλά άγνωστα και συχνά εχθρικά μεταξύ τους εγώ, η χαοτική κίνηση των οποίων τον κάνει έρμαιο της τύχης και της ανάγκης.
- Η διάκριση ουσίας και προσωπικότητας μέσα του.
- Η διάκριση νοητικού, συναισθηματικού, κινητικού και ενστικτώδους νου.
- Η μεγάλη σημασία της αποστασιοποιημένης αυτοπαρατήρησης και της πάλης με την ψηφιακή σκέψη, τη φαντασία και τα αρνητικά συναισθήματα.
Όμως σε μια υποσημείωσή του ο Π. Ουσπένσκι παρείχε την πληροφορία, ότι μια εξαιρετική διαπραγμάτευση των παραπάνω θεμάτων, μπορούσε να βρει κανείς σε ένα βιβλίο ονόματι Φιλοκαλία, που χρησιμοποιούνταν στην Ορθόδοξη Εκκλησία για την καθοδήγηση των μοναχών.
Η υποσημείωση αυτή προκάλεσε μια «έλαμψη», που φώτισε δια μιας μέσα μου τον δρόμο προς τη λύση του προβλήματος. Λες να βρίσκεται εδώ η λύση; Να την ψάχνεις σε Ανατολή και Δύση και να βρίσκεται μες στα πόδια σου; Στη δική σου παράδοση; Η «έλαμψη» δεν ήταν φυσικά κανένα «θαύμα», αφού οι εντυπώσεις της οσιογραφίας του Μεγάλου Συναξαριστή ήταν ήδη βαθιές στα παιδικά υποστρώματα της μνήμης μου.
Η υποσημείωση αυτή προκάλεσε μια «έλαμψη», που φώτισε δια μιας μέσα μου τον δρόμο προς τη λύση του προβλήματος. Λες να βρίσκεται εδώ η λύση; Να την ψάχνεις σε Ανατολή και Δύση και να βρίσκεται μες στα πόδια σου; Στη δική σου παράδοση; Η «έλαμψη» δεν ήταν φυσικά κανένα «θαύμα», αφού οι εντυπώσεις της οσιογραφίας του Μεγάλου Συναξαριστή ήταν ήδη βαθιές στα παιδικά υποστρώματα της μνήμης μου.
Περιχαρής ανέκρουσα πρύμνα και αγόρασα αμέσως τη Φιλοκαλία. Έπεσα με τα μούτρα και διαπίστωσα ότι η διαίσθησή μου ήταν «απολύτως σωστή»: Όλα υπήρχαν εδώ. Στο πρωτότυπο και δίχως απαράδεκτες εκλεκτικές προσμίξεις με προχριστιανικά και προελληνικά δάνεια.
Κατάλαβα επί τέλους και τι ήταν αυτό που αγνοούν όλα τα συστήματα της «αυτοεξέλιξης»:
Ότι μόνο η Αγάπη μπορεί να σε κάνει να αλλάξεις. Και η Αγάπη είναι γεγονός κοινωνίας και προϋποθέτει το Πρόσωπο. Στη συνέχεια κατάλαβα και τι σημαίνει Πρόσωπο, γιατί χάρη στους προοδευτικούς καθηγητές της Παντείου, ήρθα σε επαφή και με την εντελώς άγνωστή μου θεολογική οντολογία του Προσώπου. Εκείνο τον καιρό το προοδευτικό κατεστημένο της Παντείου έκανε μεγάλο σαματά στις εφημερίδες, για να μη γίνει καθηγητής ο Γιανναράς. Πράγμα που με οδήγησε στο Πρόσωπο και ο Έρως.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, συνειδητοποίησα ότι το πρόβλημα που με απασχολούσε, δεν ήταν παρά η ενσάρκωση του Προσώπου στο πεδίο των κοινωνικών του σχέσεων. Ναι μεν είμαστε δεσμώτες ενός διπλού αυτοματισμού, αλλά υπάρχει δυνατότητα «καλής αλλοίωσης»: Απελευθέρωσης από τα διπλά δεσμά. Αλλαγής του εαυτού και συγχρόνως αλλαγής του κόσμου. Όταν λέμε Πρόσωπο, στην Ορθόδοξη παράδοση, το βλέμμα μας στρέφεται στον Χριστό. Αυτός είναι το πρωτότυπό μας.
Είμαστε φτιαγμένοι «κατ’ εικόνα του» και το πρόβλημά μας είναι να ενσαρκώσουμε αυτή την εικόνα: να πάμε στο «καθ’ ομοίωσιν». Προσωπικά και κοινωνικά. Ως εν ουρανώ και επί της γης.
Συμπέρασμα:
Το μικρό χριστιανικό «εγώ» των παιδικών μου χρόνων ήταν αυτό που μου παραστάθηκε στην υπαρξιακή και κοινωνική μου αναζήτηση.
Για να μιλήσω πιο θεωρητικά: Με βοήθησε να διαβώ το πρώτο κατώφλι, που βγάζει στο δρόμο της εξατομίκευσης και μ’ εγκατέλειψε μπρος στο δεύτερο, που βγάζει στον δρόμο του Προσώπου. Ενώ γνωρίζω πώς μπορώ να προχωρήσω κείτομαι τώρα ανήμπορος μπρος στο δεύτερο κατώφλι. Σαν τον παράλυτο της Βηθεσδά, που δεν είχε άνθρωπο να τον βάλει στην κολυμβήθρα.
Πώς να αλλάξεις:
α)Σχέσεις και εθισμούς από μακρού εμπεδωμένους; (Αυτοματισμός πρώτου βαθμού)
β)Κοινωνικές δομές που κανείς πλέον δεν πιστεύει ότι μπορούν να αλλάξουν; (Αυτοματισμός δευτέρου βαθμού). Αμφίλογη και τραγική σήμερα η γνώση της «αυτοαλλαγής του υποκειμένου της αλλαγής του κόσμου».
Όταν και αν την αποκτήσεις, έχεις ήδη αναπότρεπτα αναπτυχθεί και σκληρυνθεί στην αντίθετη κατεύθυνση. Και συ και οι άλλοι. Πόσο αφάνταστα μακρινότερη νιώθω σήμερα την παρουσία του Προσώπου, από το προβληματικό εκείνο μειράκιο, που πάλευε με τις σκοτεινιασμένες αγιογραφίες!
Κοντολογίς: Η εμπειρία μου από τον Χριστό είναι η εμπειρία της απουσίας Του. Ο Χριστός μοιάζει να είναι ο απών άξονας της ταυτότητάς μας, της ατομικής και της συλλογικής. Παραδόξως όμως η πλήρωση του αβυσσαλέου κενού της απουσίας Του, ήταν και το βαθύτερο κίνητρο της δικής μου παρουσίας.
Η απουσία Του είναι έτσι η αποτυχία μου. Μια θανατερή γεύση κενού, που για να την αποφύγω την αναπαράγω, καταφεύγοντας σε υποκατάστατα της παρουσίας Του.
Επιμελεια άρθρου "Εμπειρία Απουσίας", Θεόδωρος Ζιάκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου