Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

Ανακάλυψη και Αποκάλυψη

Αν κοιτάξουμε προσεχτικά τις υπάρχουσες διαφορές μεταξύ φιλοσοφίας και θεολογίας, θα δούμε ότι είναι ελάχιστες. 

Γνωστικά και οι δύο τομείς τείνουν προς την ίδια κατεύθυνση: την αλήθεια. Δεν έχουν άλλο θεωρητικό στόχο. Η μεγαλύτερη τους διαφορά προέρχεται από τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούν ν' αγγίξουν την αλήθεια. 

Πιο αναλυτικά, η επιστήμη έχει μια δυναμική στάση και ψάχνει απεγνωσμένα την ανακάλυψη ενώ η θρησκεία με την παθητική της στάση περιμένει την αποκάλυψη.

Και οι δυο τους πιστεύουν σε μια αλήθεια που υπάρχει κατά κάποιο τρόπο ανεξάρτητα. Όμως η μία θέλει να την φτάσει κι η άλλη περιμένει τον ερχομό της. Από αυτήν τη διαφορετική αντίληψη προκύπτουν κι οι χαρακτηριστικές έννοιες της καθεμιάς.

Θεωρώντας ότι η αλήθεια αποτελεί μια τέλεια οντότητα, προσπαθώντας να την φτάσει η επιστήμη βλέπει τον εαυτό της σαν μια προσπάθεια τελειοποίησης, ενώ η θρησκεία ξέροντας ότι η ίδια δεν θα μπορέσει ποτέ από μόνη της να γίνει τέλεια, περιμένει από την τελειότητα να εισαχθεί σε μία καινούργια δομή. 

Έτσι ενώ η επιστήμη μετατρέπεται συνεχώς σαν μια πρωτεϊκή μορφή, η θρησκεία παραμένει η ίδια περιμένοντας την ολική της μεταμόρφωση.

Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό αυτής της διαφοράς είναι το θέμα της ελπίδας. Η θρησκεία βασιζόμενη στην ύπαρξη του θεού ελπίζει, ενώ η επιστήμη μη γνωρίζοντας έναν αποδεικτικό τρόπο της ύπαρξης του θεού δεν ελπίζει. Όμως το να μην ελπίζεις δεν σημαίνει απελπισία. 

Διότι αν ξέρεις ότι κάτι δεν μπορεί να εξελιχθεί ώστε να γίνει κάτι άλλο, δεν είναι ανάγκη να το ελπίζεις κι ούτε αυτό σου προκαλεί απελπισία. Κι όταν δεν ελπίζεις κάτι, πρέπει να το κάνεις εσύ. 

Άρα η μη ελπίδα προκαλεί μια δυναμική αντίληψη του κόσμου που δεν συμπίπτει με το θρησκευτικό ύφος της θεολογίας. 

Το ερώτημα που παραμένει όμως είναι το εξής. Αν δύο μέθοδοι οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, μπορούμε να τις θεωρήσουμε διαφορετικές όσον αφορά στην ολότητά τους; 

Το πρόβλημα είναι αν μπορούμε να θεωρήσουμε μια μέθοδο ανεξάρτητα από τις αρχές και τα αποτελέσματά της. Διότι αν μπορούμε, όντως υπάρχει μία διαφορά μεταξύ φιλοσοφίας και θεολογίας. Όμως σαν γνωστικά επιτεύγματα είναι ενοποιημένες με την εσχατολογία τους. 

Άρα από αυτήν την άποψη έχουν μια στενότατη σχέση εφόσον προσδοκούν το ίδιο αντικείμενο. Η διαφορά τους λοιπόν είναι απλώς ένα θέμα ερμηνείας, υπό έναν όρο όμως: την ύπαρξη του θεού. (Η ύπαρξη του θεού με την απλή και γενική της έννοια.)

Αν όμως ο θεός δεν υπάρχει, με τη συνηθισμένη έννοια, η διαφοροποίηση των μεθόδων γίνεται ριζική. Διότι σ' αυτήν την περίπτωση δεν μπορούν να καταλήξουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Ενώ η παθητική στάση τη θρησκείας δεν μπορεί ν' αλλάξει τίποτα, η δυναμική στάση της επιστήμης με την εξέλιξη που προκύπτει αποτελεί ήδη έναν στόχο. 

Το σύμπλεγμα των γνώσεων με την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων οδηγεί στην ολική οντότητα της ανθρωπότητας, η οποία με την ιστορία της και τη νοημοσύνη περιέχει τα στοιχεία ενός αλτρουϊσμού ικανού να τη μετατρέψει σε σκεπτόμενο ον. 

Έτσι με τη δυναμική της επιστήμης και πιο γενικά τη δημιουργικότητα της ανθρωπότητας, η πορεία είναι ήδη ένας στόχος. Μ' αυτόν τον τρόπο απορρίπτουμε το στοίχημα του Pascal διότι η δυναμική στάση είναι προτιμότερη. Κι αν η ανθρωπότητα πρέπει να στοιχηματίσει σε κάτι, είναι στη νοητική της εξέλιξη. 

Διότι ανεξάρτητα από την ύπαρξη του θεού, η εξέλιξή μας είναι θετική. Η μη αποκάλυψη είναι ανακάλυψη. 
Ν. Λυγερός

Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

ΠΟΘΟΣ ΓΙΑ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ

Ο άνθρωπος έχει μια ενδόμυχη τάση να βάζει τα πράγματα σε κάποια τάξη για να πάρει το μονοπάτι από το σκοτάδι στο φως. 

Αν αναλύσουμε κάθε βήμα της ζωής μας, θα δούμε ότι αυτή η τακτοποίηση πολλές φορές γίνεται ασυνείδητα. Δημιουργήσαμε ιδεώδεις ιδιότητες με αριθμούς και σχήματα. Έπειτα, με εκείνες ξεκινήσαμε και πήραμε το δρόμο για την παντοδυναμία. Ο Λέσιγκ είπε:

«Ο μεγαλύτερος πόθος του ανθρώπου είναι να μάθει την Αλήθεια»
Όμως ο πόθος αυτός δεν είναι μόνο για την Αλήθεια. Επιθυμεί μέσα από την Αλήθεια να ανέβει πάνω στην κορυφή του λόγου όπου εκεί θα βλέπει «τα πάντα». Θα γίνει κυρίαρχος στους κόσμους της πραγματικότητας.

Ο αποκρυφιστής και ο μυστικιστής προχωρούν μέσα στους αόρατους κόσμους με δυο σκοπούς, που ο ένας έρχεται έπειτα από τον άλλο. Και αυτοί είναι οι γνώσεις κι έπειτα η παντοδυναμία.

Ο εργάτης της Επιστήμης με το σύστημα της λογικής βρίσκει σχέσεις ανάμεσα στις ποσοτικές εκφράσεις κάθε φαινομένου της πραγματικότητας. Σ’ αυτή την ενεργητικότητά του σπρώχνεται από μια άγνωστη δύναμη να γίνει παντοδύναμος πάνω στο συμπαντικό χώρο. 

Από το άλλο μέρος, ο άνθρωπος της Τέχνης δουλεύει το όμορφο υλικό  του και παρουσιάζει κάποιο έργο με την επιθυμία μέσα από την αρμονικότητα να αγκαλιάσει το απόλυτο.

Τι είναι όμως το απόλυτο; Είναι η κυριαρχία μας σε όλες τις διευθύνσεις της πραγματικότητας σε άπειρο βάθος. Ο ποιητής με τις λέξεις, ο μουσικός με τους ήχους, ο ζωγράφος με τα σχήματα και τα χρώματα κλπ, επιθυμεί την παντοδυναμία του, να φτάνει  στο τέλειο, να τα πει όλα μέσα από το έργο του. 

Να πει εκείνα που αισθάνεται, βλέπει, φαντάζεται και διαισθάνεται. Κι αν δεν το κατορθώσει απόλυτα, όμως προς τα εκεί βηματίζει, προς τα εκεί επιθυμεί να φτάσει, με την παντοδυναμία θέλει να ταυτιστεί. 

Υπάρχουν περιπτώσεις στην ανθρώπινη δραστηριότητα που ο πόθος για την παντοδυναμία οδηγεί σε ποικίλα μεγάλα, μικρά και απίθανα αποτελέσματα.

Μερικά πλάσματα όμως, που γεννήθηκαν πάνω στη Γη στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας πλησίασαν την παντοδυναμία με την τεράστια ψυχοπνευματική τους ΔΥΝΑΜΗ.
 
Παναγιώτης Βλαχόπουλος

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Η μετα-γνώση του Σωκράτη


Το Leitmotiv, το moto, το νοητικό σχήμα του Σωκράτη: οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα, δεν είναι μία ταπεινή αποδοχή μιας άγνοιας, όπως θεωρούν οι περισσότεροι. 

Ο Σωκράτης δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τη σοφία του, αλλά κι από τη νοημοσύνη του που ήρθε σε αντιπαράθεση με την κοινωνία. 

Ο Σωκράτης δεν υποστηρίζει, καθώς λένε μερικοί ειδήμονες, ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τα πάντα. Δεν αποτελεί καν τον προβληματισμό του αυτή η πρόταση. Αναγνωρίζοντας μία δομή μέσα στη γνώση, δεν προσπαθεί να εξαντλήσει το επίπεδο της συλλογής των γνώσεων ή ακόμα και της ταξινόμησης. 

Κι αυτό όχι διότι το θεωρεί ως μία ουτοπία, αλλά έναν εκφυλισμό. Το νοητικό σχήμα του Σωκράτη δεν είναι απλοϊκό, αλλά η αυτό - αναφορική του ιδιότητα ξαφνιάζει το μαθητή. Η επίλυση του παραδόξου οδηγεί σε ένα άλλο γνωστικό νοητικό σχήμα: μάθε να μαθαίνεις. Αφού υπάρχουν υποδομές, δομές κι υπερδομές στη γνώση, το πρόβλημα του μαθητή είναι να αναπτύξει ένα γνωστικό δίκτυο, το οποίο να είναι ανθεκτικό για να ενσωματώνει νέες γνώσεις σε ένα δομημένο υπόβαθρο. 

Σε αυτό το επίπεδο λειτουργεί κι ο δάσκαλος, διότι αυτός είναι που θα διδάξει τη στρατηγική με την οποία θα εμπλουτίσει τα δομικά και γνωστικά του στοιχεία. 

Μαιευτικά, αυτό σημαίνει ότι ο αλγόριθμος της μάθησης δεν είναι απλώς μια γραμμική ανάγνωση ενός ιδανικού καταλόγου με συγκεκριμένες γνώσεις, παραδείγματος χάρη μία λίστα από βιβλία ή μουσικές. Ο Σωκράτης με το διπλό του νοητικό σχήμα προειδοποιεί το μαθητή και τον προϊδεάζει για να είναι όχι πιο αποτελεσματικός, αλλά πιο ανθεκτικός στις επιθέσεις της άγνοιας. 

Με αυτόν τον τρόπο ανέτρεψε όλη την προσέγγιση της ρητορικής, διότι δεν ασχολείται καθόλου με το φαίνεσθαι, αλλά με την ουσία που έχει ως μοναδική βάση την αλήθεια, δηλαδή τη μη λήθη των γνώσεων. 

Με άλλα λόγια, το νοητικό σχήμα του Σωκράτη ανοίγει ορίζοντες που σχετίζονται με την έννοια της πληρότητας του Gödel (1), δηλαδή μας δίνει μεν μία ελευθερία, δε ένα κόστος επιλογής. Αντιλαμβανόμαστε ότι η προσέγγιση του Σωκράτη ήταν ριζοσπαστική για την εποχή του, ριζικά διαφορετική από τη ρητορική και γι' αυτό αποτελεί τομή για τη γνώση. 

Επιπλέον, ενισχύει το ζεύγος δάσκαλος - μαθητής, λόγω της έμφασης που δίνει στη δομή και στη στρατηγική με έναν τρόπο ανάλογο με τα μαθηματικά για την επίλυση προβλημάτων και την ανακάλυψη θεωρημάτων. 

Αυτή είναι η συμβολή της μετα - γνώσης του Σωκράτη.

Ν. Λυγερός

(1) Το θεώρημα πληρότητας του Γκέντελ (Gödel 1929) θέσπισε την ισοδυναμία μεταξύ σημασιολογικών και συντακτικών ορισμών της λογικής συνέπειας στην πρωτοβάθμια λογική. Δείχνει ότι αν μια συγκεκριμένη πρόταση είναι αληθής σε κάθε μοντέλο που ικανοποιεί ένα συγκεκριμένο σύνολο αξιωμάτων, τότε θα πρέπει να υπάρχει πεπερασμένος συλλογισμός που συμπεραίνει την πρόταση από τα αξιώματα.

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

«Ο μισθός μου στο κράτος»

Ας ασχοληθούμε με μια είδηση που πέρασε στα ψιλά και κανείς δεν της έδωσε τη σημασία  που της αρμόζει.

Στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος ζήτησε διακοπή της μισθοδοσίας του. Όπως είπε στο κεντρικό δελτίο του Αlter:

«Η Εκκλησία πρέπει να συμμετέχει στον αγώνα και την προσπάθεια που γίνεται. Θεωρώντας ότι εγώ δεν έχω τίποτα άλλο να κάνω, ζήτησα να επιστραφεί  ο μισθός μου στο κράτος.
Μια συμβολική κίνηση την οποία έκαναν και άλλοι άνθρωποι. Σκέφτηκα αφού την κάνει μια ευρωβουλευτής, γιατί να μην την κάνει  και ένας επίσκοπος!».
 
(Να σημειώσω εδώ ότι το ίδιο έπραξε και ο Μητροπολίτης  Αλεξανδρουπόλεως κ.Άνθιμος, βάζοντας όμως την παράμετρο να μη φορολογηθούν οι επαρχιακές μητροπόλεις!)
Η είδηση με κέντρισε και άρχισα να ψάχνω στο Διαδίκτυο ποιος είναι αυτός ο Ανθρωπος. Ακόμα περισσότερο με κέντρισαν τα ευρήματα της έρευνάς μου. Μεταφέρω εδώ μέρος του βιογραφικού του (ολόκληρο θα χρειαζόμασταν  τρεις σελίδες της εφημερίδας):

Ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος Χατζηνικολάου γεννήθηκε το 1954 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο
της Θεσσαλονίκης και συνέχισε τις σπουδές τουστον τομέα της Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο
του Ηarvard. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με τη μελέτη της Μηχανικής των Ρευστών
και της Μαθηματικής Φυσιολογίας στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), όπου έλαβε μεταπτυχιακούς τίτλους και διδακτορικό.

ΟΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ σπουδές του στο κοινό πρόγραμμα αυτών των δύο πανεπιστημίων
επικεντρώθηκαν στον τομέα της Βιοϊατρικής Τεχνολογίας. Αντικείμενό  τους ήταν
η αιμοδυναμική μελέτη του κυκλοφορικού συστήματος (καρδιάς και  αγγείων) με χρήση Μηχανικής των Ρευστών  και   Eφαρμοσμένων  Μαθηματικών.  Συγκεκριμένα,
ασχολήθηκε με την επινόηση, το σχεδιασμό και τη μελέτη μιας μη αιματηρής μεθόδου διαγνώσεως βαλβιδικών παθήσεων με τη μέθοδο της ακουστικής ανάλυσης !

 
Εργάστηκε ως ερευνητής και επιστημονικός συνεργάτης στο αγγειολογικό εργαστήριο του Νew Εngland Deaconess Ηospital στην Αμερική. Παράλληλα εργάστηκε ως επιστήμων στη ΝΑSΑ.
Δίδαξε σε σεμινάρια του Χάρβαρντ και στις Ιατρικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αθηνών και Κρήτης.

Η επιστημονική και ερευνητική ενασχόλησή του με τον φυσικό κόσμο και τον άνθρωπο και η προσωπική του αναζήτηση οδήγησαν αυτό τον κορυφαίο επιστήμονα στην Ορθοδοξία. Σπούδασε Θεολογία στη Βοστώνη και ανακηρύχθηκε  διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Υπήρξε διευθυντής του Κέντρου Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας και πρόεδρος της Συνοδικής Επιτροπής Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Το 1989, γίνεται πρώτα μοναχός, έπειτα διάκονος και στη συνέχεια πρεσβύτερος. Από το 1990 μέχρι το 2004 διακονούσε ως εφημέριος το αγιορείτικο μετόχι της Αναλήψεως (Μονής Σίμωνος Πέτρας) στον Βύρωνα.

Το 2004 εκλέγεται Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, ενώ πριν  από δύο χρόνια αναγορεύεται επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής  Θεολογίας
στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ο λαμπρός επιστήμων
απαρνήθηκε τιμές, δόξες και πλούτη και στράφηκε στην Εκκλησία. Ο μισθός του είναι μικρότερος από 2.000 ευρώ. Αυτό  τον μισθό δωρίζει στο κράτος, για να συμβάλει όπως μπορεί στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης. Και όπως λέει:


«Αυτό είναι μια συμβολική κίνηση συμπαράστασης στον αγώνα που  γίνεται για την αντιμετώπιση των οικονομικών δυσχερειών της πατρίδας μας».
Η ΜΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ.
Η ΑΛΛΗ Ο ΠΕΙΡΑΙΩΣ...
Της ΕΛΕΝΑΣ ΑΚΡΙΤΑ

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ

Η κρίση
Τι είδους δοκιμασία μας βρίσκει τώρα; Είναι κρίση πνευματική, κρίση αξιών. Και όχι αορίστως κάποιων αξιών. Αδυνάτισε n πίστη, αδυνάτισε η ελπίδα, αδυνάτισε η αγάπη.

Μια πυκνή περίληψη της σημερινής κοινωνίας είναι ο στίχος του Ελιοτ: Πού είσαι σοφία που σε χάσαμε στη γνώση και πού είσαι γνώση που σε χάσαμε στην πληροφόρηση… Στα βιβλικά κείμενα υπάρχουν ρήσεις, όπως “αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου”. Αυτό σχετίζεται με την ταπείνωση, με την αίσθηση ορίων, αυτό είναι σοφία. Αυτό λείπει τούτη τη στιγμή. 

Ας θυμηθούμε τον Ντοστογιέφσκι: “Αφού δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται”. Έχει θεοποιηθεί το άτομο, το κάθε μικρό άτομο και η μικρή του αλήθεια. Και n μικρή του εξουσία, την οποία μόλις την αποκτήσει, σπεύδει να την ασκήσει πάνω στους άλλους.

Σκέφτομαι την προβολή μιας άλλου τύπου εξουσίας, όπως γίνεται μέσα από το πρόσωπο του Χριστού: όχι n εξουσία που καταδυναστεύει, αλλά μια εξουσία που διακονεί, όχι n εξουσία που περιφρονεί και μνησικακεί, αλλά η εξουσία που συγχωρεί και κατανοεί. Είναι ένας άλλος τύπος εξουσίας. Το παιδίον Ιησούς, με το πρωταντίκρισμα, φέρνει αυτή την άλλη αντίληψη: την εξουσία της αγάπης, όχι την αγάπη για την εξουσία .

Εκκλησία είμαστε εμείς
Πώς μπορεί να δώσει η Εκκλησία το μήνυμα της στις κοινωνίες εν κρίσει; «Ποια Εκκλησία; Επικρατεί μια πλάνη. Είναι Εκκλησία οι τελετουργοί, οι κληρικοί; Δεν είναι όλα τα μέλη του Σώματος του Χριστού; Ολοι οι βαπτισθέντες; Σε αυτό επιμένω και στην Αλβανία: Δεν είμαστε εμείς οι κληρικοί η Εκκλησία, κάθε βαπτισμένος είναι Εκκλησία».

Υπάρχει ελπίδα;
Όλοι έχουμε τη δυνατότητα και το χρέος της ελπίδας, όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Δεν έχουμε περιθώριο να μην ελπίζουμε. Αντιμετωπίζουμε τη δύσκολη πραγματικότητα με τη βεβαιότητα της παρουσίας του Θεού, με τον Ήλιο της Δικαιοσύνης με αυτό το φως, με αυτή τη δύναμη μεταμορφώνουμε την πραγματικότητα. Έχουμε δυνάμεις να ξεπεράσουμε τους εαυτούς μας, όχι μόνο δημόσια, αλλά και εν κρυπτώ, να βοηθούμε τον διπλανό μας. 

Η Ευρώπη είναι πολύ περισσότερο εκκοσμικευμένη από την Αμερική. Στην Ευρώπη ειρωνεύονται τον θρησκευόμενο άνθρωπο, στην Αμερική όχι. Στο Ωνάσειο δεν έκαναν αγιασμό στα εγκαίνια ενώ o Ομπάμα διαβάζει χωρία από τη Βίβλο στις πολιτικές του ομιλίες.
Ο Νικόλαος Μπερντιάεφ έλεγε ότι, ο χριστιανισμός δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία στην κοινωνική δικαιοσύνη και έγινε ένας αστικοποιημένος χριστιανισμός, εκεί απέτυχε. Παραμένει όμως η δυνατότητα του χριστιανισμού να δημιουργεί ανθρώπους ελεύθερους, ελεύθερους από την εγωπάθειά τους, από τη λαχτάρα για ηδονή, για εξουσία, με αίσθηση χρέους έναντι του κάθε ανθρωπίνου προσώπου. 

Ο θρησκευτικός φανατισμός δεν εκφράζεται μόνο με καλάσνικοφ, εκφράζεται και με τις τηλεοπτικές κάμερες και με την επιτίμηση, διότι συνομιλούμε με έναν αλλόθρησκο άνθρωπο καθώς και με τον σνομπισμό του αθεϊσμού της μόδας. Η κρίση σχετίζεται με τη στρεβλή οικονομική δραστηριότητα, η οποία ξεκινά από την εγωιστικότητα, από τον άκρατο ατομισμό, από την υλιστική αντίληψη ότι o πλούτος της ζωής είναι να έχεις πολλά χρήματα, πολλές ανέσεις και πολλές εξουσίες. Αυτό είναι το αντίθετο από το ιδανικό του χριστιανισμού».

Ευρώπη και Ισλάμ
«Το ισλάμ δεν είναι εύκολη υπόθεση, έχει μια πολύ μεγάλη δυναμική. Και n απάντηση στο φανατικό Ισλάμ δεν είναι οι πόλεμοι, στο Αφγανιστάν λ.χ. Η απάντηση είναι το ξαναζωντάνεμα της χριστιανικής πίστεως στην Ευρώπη, αλλιώς μετά κάποιο χρόνο δεν θα καταλαβαίνουμε από πού μας ήρθε. Ένα δυναμικό Ισλάμ θα είναι πολύ πιο πειστικό, διότι περιέχει μέσα του όλα τα στοιχεία που εμείς έχουμε αρνηθεί: καταρχάς, την πίστη στον Θεό. 

Η θρησκεία είναι πυρηνική ενέργεια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ειρηνικούς σκοπούς, μπορεί και για πόλεμο. Το Ισλάμ μπορεί να ξυπνήσει τις ναρκωμένες θρησκευτικές συνειδήσεις στην Ευρώπη, διότι προσφέρει πίστη και κοινότητα, ότι λησμόνησε η εκκοσμικευμένη Ευρώπη».

Αποσπάσματα συνέντευξης στον Ν. Ξυδάκη
 (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 31/12/2010)

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

Είς εμοί μύριοι, εάν άριστος ήι.’   
Για εμένα ο ένας αξίζει όσο δέκα χιλιάδες, εάν είναι άριστος


Ο αινιγματικός Ηράκλειτος από την αρχαιότητα κιόλας είχε κερδίσει το τίτλο ο “σκοτεινός” και “αινικτής”. Τη φιλοσοφία του τη διατύπωσε στο σύγγραμμά του "Περί φύσεως", χωρίς ακριβείς αποδείξεις, με χτυπητούς αφορισμούς, σύντομους, που να μοιάζουν σαν χρησμοί. Για το ύφος του αυτό τον ονόμασαν "σκοτεινό". Οι αρχαίοι τον θεωρούσαν από τους πιο βαθυστόχαστους φιλοσόφους στην εποχή του, αλλά και σήμερα τον κατατάσσουν, μαζί με το Δημόκριτο, στους προδρόμους των σύγχρονων φυσικών επιστημών.

Οι Πυθαγόρειοι μίλησαν για την αρμονία των αντιθέτων, αλλά πώς μπορούν τα αντίθετα να ζουν αρμονικά, παρά μόνο χωρίς τη θέλησή τους; αναρωτιέται Ηράκλειτος. Πρόκειται, είπε για συγκερασμό αντίθετων τάσεων, όπως αυτός που συμβαίνει στο τόξο. Θα πρέπει να φανταστούμε, έτσι νομίζω, ένα τόξο μόλις τανυσμένο αλλά ακινητοποιημένο. Καθώς σκοπεύει, δεν αντιλαμβανόμαστε καμιά κίνηση, και το θεωρούμε σαν αντικείμενο στατικό, σε τέλεια ακινησία. Αλλά στην πράξη έχουμε μια συνεχή διελκυστίνδα, που μπορούμε να την αντιληφθούμε, μόλις η χορδή ελευθερωθεί. Το τόξο θα βρεθεί αμέσως σε πλεονεκτική θέση, θα τιναχτεί και θα τεντωθεί στην αρχική θέση. Η βάση της ισορροπίας είναι ο αγώνας, που είναι καθαυτόν καλός, αφού αποτελεί την πηγή της ζωής. Είναι άτοπο να θεωρούμε τη μία του πλευρά ή φάση αγαθή και την άλλη κακή.

Ο κόσμος", λέει ο Ηράκλειτος, "είναι μια αιώνια φωτιά, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο" . Αν υποθέσουμε, όπως για τους Ίωνες, ότι παραδέχονταν μία πρωταρχική ουσία, από την οποία προήλθε εξελικτικά ο κόσμος, τότε η φωτιά είναι κατά τον Ηράκλειτο η πρώτη αρχή. Αλλά  ο Ηράκλειτος δεν ήταν σαν τους Ίωνες. Δεν πίστευε σε καμιά κοσμογονία, όπως αυτή του Αναξίμανδρου, σε μια εξέλιξη του κόσμου από μια αρχική απλή κατάσταση. “Υπάρχει, υπήρχε και θα υπάρχει” ό,τι και τώρα, και η φωτιά αποτελεί μάλλον ένα είδος συμβόλου της φύσης του κόσμου. Αποτελεί η φωτιά την καλύτερη υλική έκφραση (και κανένα άλλο είδος εκφράσεως δεν ήταν τότε δυνατό) των δύο του κύριων αρχών: (i) το παν γεννάται από τον αγώνα, και (ίί) το παν βρίσκεται σε συνεχή κίνηση. Γιατί η φωτιά μόνο ζει κατ’ αρχήν καταστρέφοντας και εκμηδενίζοντας, και κατά δεύτερο λόγο συνεχώς μεταβάλλεται ως ύλη, έστω και αν φαίνεται – όπως η φλόγα του κεριού – σταθερή και διαρκής για αρκετό διάστημα. Αν ο όλος κόσμος μοιάζει κάπως έτσι, τότε είναι πετυχημένη η παρομοίωσή του με κάποια μορφή φωτιάς.

Η αντίληψη του Ηράκλειτου για το “λόγο” είναι περίεργη και δυσνόητη. "Ακούστε όχι εμένα, αλλά το "λόγο"", λέει, και ο “λόγος” φαίνεται να έχει εδώ μια από τις συνηθισμένες του σημασίες: “λογαριασμός”, “περιγραφή”, αλλά και ένα είδος ύπαρξης ανεξάρτητης από τον χρησιμοποιούντα τη λέξη, έτσι που τα δύο αυτοί να μπορούμε να τα αντιπαραθέσουμε. Ο "λόγος" ισχύει πάντοτε, όλα τα πράγματα συμφωνούν μαζί του, είναι κοινός για όλα και "πρέπει κανείς να ακολουθεί ό,τι είναι κοινό. Ταυτίζεται, υποθέτουμε, με τη “γνώμη” (=σκέψη) , με τη β0ήθεια της οποίας "διευθύνονται όλα τα πράγματα μέσα απ’ όλα".

Ένας κατοπινός φιλόσοφος λέει ότι, σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, "ανασαίνovτας προσλαμβάνουμε τον θεϊκό λόγο” δηλ. το θείο πνεύμα που κατευθύνει το παν είναι (α) ταυτόσημο με το πνεύμα μέσα μας, όπως δέχονται και οι Πυθαγόρειοι, (β) είναι επίσης κάτι υλικό. Είναι το ίδιο πράγματι με το κοσμικό πυρ, γιατί σύμφωνα με έναν άλλον αρχαίο σχολιαστή του Ηράκλειτου . “λέει (ο Ηράκλειτος) ότι αυτή η φωτιά έχει νου και αυτός είναι η αιτία της τάξης του σύμπαντος”. Η έννοια της λογικής φωτιάς δείχνει πόσο δύσκολο γίνεται το να εξηγήσει κανείς τα πάντα, χωρίς να προχωρήσει πέρα από την έννοια του υλικού.

Ο Ηράκλειτος έκλινε προς τον ορθολογισμό:κακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί και ώτα”. Το λογικό, ο λόγος, στον Ηράκλειτο δεν είναι δεμένος με μεταφυσικές, ιδεαλιστικές αντιλήψεις. Για το λόγο έκανε μια έκθεση, που η επίδρασή της φτάνει μέχρι τα χρόνια μας. Όλα στον κόσμο γίνονται λογικά, σύμφωνα μ’ έναν αυστηρό νόμο, αδιάφορα αν δεν το αισθάνονται οι άνθρωποι. Ο λόγος είναι ο κοσμικός νόμος, η δύναμη που βρίσκεται μέσα στα πράγματα. Το ανθρώπινο λογικό είναι ένα κομμάτι, μια συνέπεια του κοσμικού λόγου. Παίρνοντας μέρος σ’ αυτόν οι άνθρωποι γίνονται λογικοί. Γι’ αυτό ο λόγος είναι κοινός και υποχρεωτικός για όλους, μ’ όλο που οι άνθρωποι φαντάζονται και συλλογιούνται και ενεργούν ελεύθερα. Δικαιοσύνη και ηθική την πηγή τους την έχουν στον κοσμικό λόγο. Στον Ηράκλειτο η θεότητα είναι ενδοκοσμικός νους, που δημιουργεί (από μέσα του) τη φύση, την ιστορία, τη θρησκεία, το δίκαιο, την ηθικότητα. 

Οι τρεις βασικές έννοιες του πανθεϊσμού του είναι: α) η ενότητα, β) η αιώνια αλλαγή, γ) η αδιάσπαστη νομοτέλεια της κοσμικής τάξης.Η πρώτη ύλη του κόσμου είναι η φωτιά, η θερμότητα, που είναι το πρώτο ευκίνητο στοιχείο μέσα στη φύση. Το πέρασμα από την πρώτη αυτή ύλη σ’ όλες τις άλλες (αέρα, νερό, χώμα) ο Ηράκλειτος το έβλεπε ως μια διαρκή αλλαγή της φωτιάς, δηλ. ως μια αιώνια κίνηση της φωτιάς, που σβήνει και ξανανάβει. Ο πόλεμος (η πάλη) των στοιχείων ("πόλεμος πάντων πατήρ"), η "εναντιοδρομία", έχει κίνητρο το πυρ. Περίσσευμα θερμότητας σημαίνει περίσσευμα κίνησης και περίσσευμα ψυχρού σημαίνει ακινησία και νέκρα. Ο κόσμος κατά τον Ηράκλειτο. δε δημιουργήθηκε από κανέναν: "κόσμος τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών, ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ’ ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωτον".

Ο Ηράκλειτος θεωρείται υλιστής φιλόσοφος και η αντίληψή του για τη σχετική κίνηση και εξέλιξη του κόσμου τον χαρακτηρίζει ως πρόδρομο του διαλεκτικού υλισμού. Η κεντρική ιδέα της φυσικής του είναι αυτή του κύκλου και της αρμονίας των αντιθέτων. Καθοδική κίνηση είναι αυτή της φωτιάς που τίκτει τη θάλασσα, από την οποία πάλι γεννώνται από τη μια η γη κι από την άλλη οι στρόβιλοι του ανέμου. Γιατί είναι αλή­θεια, “όταν πέφτει ο κεραυνός, η βροχή γίνεται βίαια και θυελλώδης”, και, όσον αφορά τη θάλασσα πάλι, ο Ηράκλειτος θα πρέπει να είχε ζήσει από πρώτο χέρι την αργή πρόσχωση του λιμανιού της Εφέσου, που έδιωχνε τη θάλασσα μακριά του. Η αντίθετη, ανοδική κίνηση επαναφέρει τη γη στο νερό και το νερό στη φωτιά μέσω των ξηρών εκπνοών που τρέφουν τα άστρα κι ιδιαίτερα τον ήλιο: γιατί οι εκπνοές αυτές συνιστούν την κατ’ εξοχήν ασώματη αρχή, από την οποία τα πάντα απορρέουν κι η οποία βρί­σκεται σε αέναη ροή. Ανευρίσκουμε λοιπόν και πάλι μέσα σε αυτή τη φυ­σική εξήγηση των ατμοσφαιρικών φαινομένων όχι μόνο ίο θέμα της ανα­κύκλησης και της ενότητας των αντιθέτων αλλά και αυτό του επιμερισμού του Ενός σε πολλά και της επιστροφής του πολλαπλού στο πρωταρχικό Εν.

Στο πεδίο της αστρονομίας τώρα, φαίνεται πως ο Ηράκλειτος γνώριζε την πορεία της Σελήνης και του Ηλίου καθώς και των πλανητών, έχοντας μελετήσει τις τροχιές τους, των οποίων μάλιστα ίσως είχε υπολογίσει την κλίση. Αν κατά παράδοξο τρόπο μας βεβαιώνει πως μέρα και νύχτα είναι ένα και το αυτό, συμβαίνει γιατί καθεμιά τους δίνει ζωή στην άλλη με τον ημερολογιακό ρυθμό, ρυθμό που δίνει υπόσταση στη θεματική της αρμο­νίας των αντιθέτων και της ανακύκλησης.

Ο Ηράκλειτος εκφράζεται με αινίγματα, έλεγαν οι Έλληνες, και υπήρχαν δύο κύριοι λόγοι για κάτι τέτοιο. Πρώτα πρώτα ο χαρακτήρας του ήταν τέτοιος που να τον ευχαριστεί μια γλώσσα εvτυπωσιακή και παραδοξολογούσα. Μπορούσε να μας προσφέρει σαφή παράδοξα, όπως "Καλό και κακό είναι ένα και το αυτό", ή άλλοτε μια παρομοίωση θελκτική αλλά βασανιστική, όπως: ”Ο χρόνος είναι ένα παιδί που παίζει ζάρια· δική του είναι η βασιλεία"·  Κατά δεύτερο λόγο ο Ηράκλειτος είναι δύσκολος, γιατί η διανόηση στην περίπτωσή του έφτασε σε στάδιο παράξενα δύσκολο. Δεν μπορούσε να ανέχεται πια τις αφελείς ιωνικές κοσμογονίες, ούτε να θεωρεί εύκολο και φυσικό να περιορίζει τη ζωή και τη σκέψη στον ζουρλομανδύα της υλικής ουσίας. Ήταν σαφές πώς πολύ γρήγορα θα τον διερρήγνυε.

Η διάρρηξη συνέβη με τρόπο παράξενο και οφειλόταν τελικά στο έργο ενός διανοητή και δυνατού αλλά και περιορισμένου, του οποίου και η δύναμη και οι αυτο-περιορισμοί σχημάτισαν κάτι σαν κοιλάδα στην ελληνική σκέψη. Αυτός ο φιλόσοφος ήταν ο Παρμενίδης, που έζησε το πρώτο μισό του 5 ου αιώνα και ήταν το ακριβώς αντίθετο του Ηράκλειτου. 

Για τον Ηράκλειτο οι μόνες πραγματικότητες ήταν η κίνηση και η μεταβολή,  για τον Παρμενίδη η κίνηση δεν ήταν δυνατή και τη σύνολη πραγματικότητα αποτελούσε μία και μόνη, ακίνητη και αμετάβλητη ουσία.

 ΠΗΓΗ: http://sciencearchives.wordpress.com/tag/%CE%B7%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CF%84%CE%BF%CF%82/

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Το Κυλώνειο άγος

Όταν ο Θεαγένης κατέλαβε με πραξικόπημα την εξουσία στα Μέγαρα το 640 π.Χ. κατόρθωσε με τα μέτρα,που εφάρμοσε να επιφέρει μια μικρή σε διάρκεια, αλλά εμφανή ισορροπία στο εσωτερικό της πόλης. Αυτή η πραγματικότητα παρείχε στον Μεγαρέα τύραννο τη δυνατότητα να σχεδιάσει και να επιχειρήσει μια παράτολμη ενέργεια. Στόχος του Θεαγένη ήταν να ανατρέψει με πραξικόπημα το καθεστώς της Αθήνας και να εγκαθιδρύσει και εκεί τυραννικό πολίτευμα. Βασικός συνεργάτης του σε αυτό το εγχείρημα ήταν ο σύζυγος της κόρης του, Κύλων. Αν το σχέδιό τους είχε την επιθυμητή έκβαση τότε ο Κύλων θα γινόταν τύραννος της Αθήνας
.
Όσον αφορά τον βίο και το πραξικόπημα του Κύλωνα αντλούμε πληροφορίες από αρχαίους ιστορικούς όπως ο Ηρόδοτος (V 71), ο Θουκυδίδης (Ι 126) και ο Πλούταρχος (Σολ. 12-13). Αυτοί αναφέρουν ότι ο Κύλων ήταν Αθηναίος, ο οποίος ανήκε στην τάξη των ευπατρίδων, δη λαδή είχε ευγενική καταγωγή, και ήταν γαμπρός του τυράννου των Μεγάρων, Θεαγένη. Ήταν όμορφος κι αρκετά δημοφιλής, καθώς το 640 Π.Χ. είχε αναδειχθεί Ολυμπιονίκης στο αγώνισμα του διαύλου. Έως τη στιγμή που επιχείρησε το πραξικόπημα στην Αθήνα ο Κύλων δεν είχε διατελέσει άρχοντας ούτε είχε αναπτύξει άλλη πολιτική δράση. Ωστόσο, υπολόγιζε στη δημοτικότητά του και στην υποστήριξη,που θα του παρείχε ο Θεαγένης, αλλά και στα λόγια ενός χρησμού.

Σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής, ο Κύλων πριν επιχειρήσει οτιδήποτε έπρεπε να ζητήσει τη συμβουλή του Θεού της μαντικής, Απόλλωνα. Έτσι, πήγε στους Δελφούς όπου ο Θεός του αποκάλυψε τα εξής: "εν τού Διός τή μεγίστη εορτή καταλαβείν την Αθηναίων ακρόπολιν", δηλαδή κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης γιορτής του Δία να καταλάβει την ακρόπολη της Αθήνας. Τότε ο Κύλων, θεωρώντας ως μέγιστη γιορτή του Δία τα Ολύμπια, κατέλαβε την ακρόπολη το 632 π.Χ. κατά τη διάρκεια της 42ης Ολυμπιάδας

Το στράτευμα που ακολούθησε τον Κύλωνα απoτελείτo κυρίως από Μεγαρείς, τους οποίους απέστειλε ο Θεαγένης. Σύμφωνα όμως με τον Θουκυδίδη, ο χρησμός δεν διασαφήνιζε αν επρόκειτο για γιορτή Πανελλήνια ή τοπική. Το πιθανότερο ήταν ότι ο χρησμός αναφερόταν στην τοπική εορτή των Διασίων, οπότε όλοι οι Αθηναίοι θα βρίσκονταν εκτός της πόλης τους, καθώς σύμφωνα με το τελετουργικό τους, τα Διάσια γιορτάζονταν στην ύπαιθρο. Ενώ λοιπόν, το άστυ της Αθήνας θα ήταν σχεδόν άδειο, θα μπορούσε ο Κύλων να επιτύχει τον σκοπό του
.
Συνεπώς, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ιδιαίτερα θετικά για τον Κύλωνα και τους οπαδούς του. Μόλις οι Αθηναίοι αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί συγκεντρώθηκαν από την ύπαιθρο και από το άστυ, και σύσσωμοι άρχισαν να πολιορκούν τον Κύλωνα και τις δυνάμεις του που είχαν εγκλειστεί στην Ακρόπολη. Όπως μας πληροφορεί ο Μ. Lang ("Kylonian conspiracy" 1967) το γεγονός ότι όλοι οι Αθηναίοι, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους προέλευση αντέδρασαν ενάντια στο πραξικόπημα υποδηλώνει ότι η ενέργεια αυτή του Κύλωνα δεν διέθετε κοινωνικό έρεισμα. Με άλλα λόγια, η ανατροπή του καθεστώτος της Αθήνας δεν θα ικανοποιούσε λαϊκά αιτήματα ούτε ανταποκρινόταν στις ανάγκες μιας κοινωνικής μερίδας, όπως είχε συμβεί στην περίπτωση του Θεαγένη. Η διαπίστωση αυτή θα οδηγήσει το πραξικόπημα του Κύλωνα στην αποτυχία κάτω όμως από τραγικές συνθήκες.

Όταν ο Κύλων κατέλαβε το 632 π.Χ την Ακρόπολη ήταν πολύ αισιόδοξος και πεπεισμένος για τη θετική έκβαση του πραξικοπήματός του, που Θα τον καθιστούσε τύραννο της Αθήνας. Η αισιοδοξία αυτή άρχισε να υποχωρεί καθώς η πολιορκία εντεινόταν. Οι ΑΘηναίοι είχαν διακόψει την παροχή νερού προς την Ακρόπολη και η λειψυδρία μάστιζε όσους είχαν εγκλειστεί εκεί. Συγχρόνως, οι προμήθειες που είχαν συγκεντρώσει ο Κύλων και οι δυνάμεις του για να μπορέσουν να αντέξουν την πολιορκία, εξαντλήθηκαν ("είχον σίτου τέ και ύδατος απορίαν") [Θουκυδίδης 11261]. 

Η κατάσταση των πολιορκούμενων συνωμοτών επιδεινώθηκε σημαντικά. Οι πολίτες της Αθήνας βλέποντας πως το πραξικόπημα του Κύλωνα πλησίαζε στο άδοξο τέλος του, επέστρεψαν στις εργασίες τους, αφού πρώτα ανέθεσαν τη συνέχεια και διεκπεραίωση της πολιορκίας στους εννέα άρχοντες της πόλης τους. Ο ίδιος ο Κύλων, κατανοώντας ότι το σχέδιό του είχε αποτύχει, άρχισε να σχεδιάζει τη διαφυγή του από την Ακρόπολη. Πράγματι με αρκετή δυσκολία ο ίδιος μαζί με τον αδελφό του κατόρθωσαν να διαφύγουν από τον κλοιό των πολιορκητών τους και να καταφύγουν στα Μέγαρα.
Ωστόσο οι οπαδοί του Κύλωνα που στην πλειοψηφία τους ήταν Μεγαρείς, παρέμεναν έγκλειστοι στην Ακρόπολη υπομένοντας τις επιθέσεις των πολιορκητών τους και τις άθλιες συνθήκες που επέβαλε η έλλειψη τροφής και νερού. Διαπιστώνοντας ότι οι δυνάμεις τους άρχισαν να τους εγκαταλείπουν, οι πολιορκούμενοι άνδρες του Κύλωνα παραιτήθηκαν από τον σκοπό τους και προκειμένου να σωθούν κλείστηκαν ως ικέτες στο ναό της Αθηνάς Πολλιάδος. Σύμφωνα με τους άγραφους ηθικούς νόμους της εποχής, όποιος κατέφευγε ως ικέτης σε ναό ή άγαλμα κάποιου Θεού, αυτομάτως περνούσε υπό την προστασία του Θεού αυτού και κανείς δεν είχε το δικαίωμα να τον βλάψει. Αυτή η παράδοση έχει επιζήσει μέχρι τις ημέρες μας, καθώς οι ναοί ακόμα Θεωρούνται χώρος ασυλίας. 

Ωστόσο, αρκετοί από τους οπαδούς του Κύλωνα ήταν ετοιμοθάνατοι, αφού δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις τραγικές συνθήκες της πολιορκίας. Ο W.Burkert (19941) αναφέρει ότι κατά τις θρησκευτικές αντιλήψεις της αρχαιότητας ο θάνατος μέσα στο ναό ήταν ανεπίτρεπτο γεγονός. Τα πτώματα θα προσέβαλλαν την ηθική αγνότητα και θα μόλυναν την ιερότητα του ναού. Τότε, οι εννέα άρχοντες της Αθήνας, φοβούμενοι μήπως μολυνθεί ο ναός της προστάτιδας Θεάς της πόλης τους, υποσχέθηκαν στους οπαδούς του Κύλωνα ότι αν εξέρχονταν από το ναό Θα τους άφηναν να απομακρυνθούν χωρίς να τους βλάψουν.

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Σολ. 121) οι συνωμότες δέχτηκαν την πρόταση και άρχισαν να κατεβαίνουν από την Ακρόπολη με σχοινί, το οποίο όμως έσπασε μόλις έφτασαν στο ιερό των Ευμενίδων. Τότε ο Αλκμεωνίδης Μεγακλής, ο οποίος εκείνη την εποχή διατελούσε επώνυμος άρχοντας της Αθήνας, μαζί με τους άλλους άρχοντες αθέτησαν την υπόσχεση τους και σκότωσαν τους ικέτες.  

Από τη βέβηλη αυτή πράξη προκλήθηκε ‘άγος’ δηλαδή μεγάλο ανοσιούργημα, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι γνωστό ως "Κυλώνειο άγος". Οι ΑΘηναίοι που διέπραξαν τους φόνους των ικετών και οι οικογένειές τους θεωρήθηκαν "εναγείς και αλιτήριοι’» δηλαδή μολυσμένοι και αμαρτωλοί, ενώ ο ίδιος ο Αλκμεωνίδης Μεγακλnς εξορίστηκε. Αμέσως μετά από τα τραγικά αυτά γεγονότα στην Αθήνα ενέσκηψαν πολλές ασθένειες, οι οποίες θεωρήθηκαν ως τιμωρία της Θεάς ΑΘηνάς για το άγος, δηλαδή για τους φόνους των ικετών της. Τότε μετά από παραίνεση της Πυθίας οι ΑΘηναίοι κάλεσαν από την Κρήτη τον μάντη Επιμενίδη, ο οποίος πραγματοποίησε τελετουργικό καθαρμό της πόλης. Μάλιστα, ο καθαρμός ολοκληρώθηκε με την κατασκευή ενός ιερού, στο χώρο που είχαν φονευθεί οι ικέτες, το οποίο είναι γνωστό ως "Κυλώνειο".

Με αφορμή τα γεγονότα αυτά και μετά από παρακίνηση του Κύλωνα και του πεθερού του,Θεαγένη, οι Μεγαρείς αποφάσισαν να εκδικηθούν τη δολοφονία των συμπολιτών τους. Ο M. Lang αναφέρει ότι εκείνη την περίοδο οι Μεγαρείς πραγματοποιούν επιδρομές στην Αττική. Ως σημαντική επιτυχία θεωρείται η κατάληψη της Σαλαμίνας, που ενίσχυσε το γόητρο και την ισχύ των Μεγάρων,αλλά και προκάλεσε νέες προστριβές με την Αθήνα. 

Η απόπειρα του Κύλωνα θυμίζει με τις συνέπειες της «ντόμινο». Η υπερβολική τόλμη του Κύλωνα οδήγησε στα τραγικά γεγονότα του άγους και ενέπλεξε τα Μέγαρα σε σύρραξη με την Αθήνα. Η πράξη του Κύλωνα και η αποτυχία της αποδεικνύουν ότι οι πολιτικές μεταβολές δεν είναι δυνατό να ευδοκιμήσουν μέσα από βίαιες ή αιφνίδιες καταστάσεις,αλλά απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί και φυσικά λαϊκή συναίνεση.

Πηγή
http://www.megara.gr/Historical.aspx?LangID=1&FolderID=3ae6683a-3746-4f58-a698-b32c8f63cc94&PageNo=0&EntityID=931639f3-ad07-4ed2-9f85-0323e7e6701b

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Νόαμ Τσόμσκι: 10 στρατηγικές χειραγώγησης από τα ΜΜΕ

       1.  Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ
Το θεμελιώδες στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου είναι η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής που έγκειται στην εκτροπή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και τις αποφασισμένες από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ αλλαγές μέσω της τεχνικής του κατακλυσμού συνεχόμενων αντιπερισπασμών και ασήμαντων πληροφοριών. Η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής είναι επίσης απαραίτητη για να μην επιτρέψει στο κοινό να ενδιαφερθεί για απαραίτητες γνώσεις στους τομείς της επιστήμης, της οικονομίας, της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας και της κυβερνητικής. 

«Διατηρήστε την  προσοχή του κοινού αποσπασμένη, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμάλωτη θεμάτων που δεν έχουν καμία σημασία. Διατηρήστε το κοινό απασχολημένο, τόσο πολύ ώστε να μην έχει καθόλου χρόνο για να σκεφτεί - πίσω στο αγρόκτημα, όπως τα υπόλοιπα ζώα»   (απόσπασμα από το κείμενο: Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).                           
 
2.  ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΛΥΣΕΩΝ                 
Αυτή η μέθοδος καλείται επίσης «πρόβλημα- αντίδραση - λύση». Δημιουργείται ένα πρόβλημα, μια προβλεφθείσα «κατάσταση» για να υπάρξει μια κάποια αντίδραση από τον κόσμο, με σκοπό αυτός ο ίδιος να ορίσει τα μέτρα που η εξουσία θέλει να τον   κάνει να δεχτεί. Για παράδειγμα: Αφήνεται να ξεδιπλωθεί και να ενταθεί η αστική βία ή οργανώνονται αιματηρές επιθέσεις που αποσκοπούν στο να απαιτήσει ο κόσμος νόμους ασφαλείας και πολιτικές εις βάρος της ελευθερίας. 

Ή ακόμα: Δημιουργούν μία οικονομική κρίση ώστε να γίνει αποδεκτή ως αναγκαίο κακό η υποχώρηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών.                                                                                             

3. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ                                                                
Για να γίνουν αποδεκτά τα διάφορα απαράδεκτα μέτρα, αρκεί η σταδιακή εφαρμογή τους, λίγο λίγο, επί συναπτά έτη. Κατά αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν τις δεκαετίες του ΄80 και ΄90 οι δραστικά νέες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός): ανύπαρκτο κράτος, ιδιωτικοποιήσεις, ανασφάλεια, ελαστικότητα, μαζική ανεργία, μισθοί που δεν εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, τόσες αλλαγές που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση αν είχαν εφαρμοστεί μονομιάς.                    
 
4. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΒΟΛΗΣ                                                                              
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσουν ως «επώδυνη και αναγκαία», εξασφαλίζοντας τη συγκατάβαση του λαού τη δεδομένη χρονική στιγμή και εφαρμόζοντάς τη στο μέλλον. Είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή μια μελλοντική θυσία απ' ό,τι μία άμεση. Κατά πρώτον επειδή η προσπάθεια δεν καταβάλλεται άμεσα και κατά δεύτερον επειδή το κοινό, η μάζα, πάντα έχει την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «τα πράγματα θα φτιάξουν  στο μέλλον» και ότι οι απαιτούμενες θυσίες θα αποφευχθούν. Αυτό δίνει περισσότερο χρόνο στο κοινό να συνηθίσει στην ιδέα των αλλαγών και να τις αποδεχτεί με παραίτηση όταν φτάσει το πλήρωμα του χρόνου.                                                           
 
5. ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΣΑΝ ΑΥΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ                                                                                                  
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν λόγο, επιχειρήματα, προσωπικότητες και τόνο της φωνής, όλα ιδιαίτερα παιδικά, πολλές φορές στα όρια της αδυναμίας, σαν ο θεατής να ήταν μικρό παιδάκι ή διανοητικά στερημένος.
 Όσο περισσότερο θέλουν να εξαπατήσουν το θεατή τόσο πιο πολύ υιοθετούν έναν  παιδικό τόνο. Γιατί; «Αν κάποιος απευθύνεται σε ένα άτομο σαν αυτό να ήταν 12 χρονών ή και μικρότερο, αυτό λόγω της υποβολής είναι πολύ πιθανό να τείνει σε μια απάντηση ή αντίδραση απογυμνωμένη από κάθε κριτική σκέψη, όπως αυτή ενός μικρού παιδιού» (βλ. Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).                                                                                                          
 
6. ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ  
Η χρήση του συναισθήματος είναι μια κλασική τεχνική προκειμένου να επιτευχθεί βραχυκύκλωμα στη λογική ανάλυση και στην κριτική σκέψη των ατόμων. Από την άλλη, η χρήση των συναισθημάτων ανοίγει την πόρτα για την πρόσβαση στο ασυνείδητο και την εμφύτευση ιδεών, επιθυμιών, φόβων, καταναγκασμών ή την προτροπή για ορισμένες συμπεριφορές. 
 
7. Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ      
Κάντε το κοινό να είναι ανήμπορο να κατανοήσει τις μεθόδους και τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη σκλαβιά του. «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι η φτωχότερη και μετριότερη δυνατή, έτσι ώστε το χάσμα της άγνοιας μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων κοινωνικών τάξεων να είναι και να παραμένει αδύνατον να γεφυρωθεί» (βλ. Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).
 
8. ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ    Προωθήστε στο κοινό την ιδέα ότι είναι της μόδας να είσαι ηλίθιος, χυδαίος και αμόρφωτος.                                                                                                        
 
9. ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΝΟΧΗΣ          
Κάντε τα άτομα να πιστέψουν ότι αυτά και μόνον αυτά είναι ένοχα για την κακοτυχία τους, εξαιτίας της ανεπάρκειας της νοημοσύνης τους, των ικανοτήτων ή των προσπαθειών τους. Έτσι, τα άτομα, αντί να εξεγείρονται ενάντια στο οικονομικό σύστημα, υποτιμούν τους εαυτούς τους και νιώθουν ενοχές, κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης, της οποίας απόρροια είναι η αναστολή  της δράσης. Και χωρίς δράση, δεν υπάρχει επανάσταση.                                                                          

10. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠ' Ο,ΤΙ ΑΥΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ                                                                  
Κατά τα τελευταία 50 χρόνια, η ταχεία πρόοδος της επιστήμης έχει δημιουργήσει ένα αυξανόμενο κενό μεταξύ των γνώσεων του κοινού και εκείνων που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι κυρίαρχες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, στη νευροβιολογία και στην εφαρμοσμένη ψυχολογία, το σύστημα έχει επιτύχει μια εξελιγμένη κατανόηση των ανθρώπων, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το σύστημα έχει καταφέρει να γνωρίζει καλύτερα τον «μέσο άνθρωπο» απ' ό,τι αυτός γνωρίζει τον εαυτό του

Αυτό σημαίνει ότι στις  περισσότερες περιπτώσεις το σύστημα ασκεί μεγαλύτερο έλεγχο και μεγάλη εξουσία πάνω στα άτομα, μεγαλύτερη από αυτήν που τα ίδια ασκούν στους εαυτούς τους. 

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

«ΣΥΜΒΟΛΑ ΚΑΙ ΑΛΛΗΓΟΡΙΕΣ»

Α. Τα Σύμβολα:

Ο Συμβολισμός είναι η Ιερή Γλώσσα των Μυστών. Χρησιμοποιήθηκε
ανέκαθεν από τους Μύστες για να αποκαλύψει, και όχι για να αποκρύψει,
αλήθειες της «αντικειμενικής γνώσης», επειδή οι συνηθισμένες γλώσσες είναι
υποκειμενικές και σχετικές και κατά συνέπεια οι συνηθισμένες γλώσσες δεν
μπορούν παρά να περιγράψουν την υποκειμενική αλήθεια, ή τη γνώση μιας
κατώτερης λειτουργίας του ανθρώπου, όπως η αίσθηση, το συναίσθημα και η
σκέψη.

Τα Σύμβολα διαιρούνται κατά διάφορους τρόπους. Ένας τρόπος είναι, ανάλογα
με τις υλικές λειτουργίες του ανθρώπου, σε σύμβολα οπτικά ή «γιάντρα»,
σύμβολα ακουστικά ή «μάντρα» και σύμβολα κινητικά ή «μούντρα». 

Ένα θέμα που πρέπει να τονιστεί, είναι η διάκριση μεταξύ
σημάτων ή σημείων και Συμβόλων. Τα σημεία ή σήματα, είναι συνθήκες ή
συμβάσεις, όπου συμφωνούμε κάτι να σημαίνει κάτι άλλο, πολλές φορές ακόμη
και άσχετα μεταξύ τους πράγματα. Τα παραδείγματα στη σημερινή εποχή είναι
πολλά και ενδεικτικά αναφέρω τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, τα σήματα
διαφόρων εταιρειών ή ενδυμάτων, κυρίως αθλητισμού και ποδοσφαιρικών
ομάδων.

Αντίθετα όμως, συμβαίνει στα Σύμβολα. Τι ανήκει σ’ ένα σύμβολο; 
Προφανώς δύο: το «συμβολίζον» και το «συμβολιζόμενο». Το συμβολίζον, είναι
η υλική παράδοση. Το συμβολιζόμενο, ανάγεται στις ιδέες, στο υπεραισθητό
και υπερλογικό αόρατο. Τα σήματα ή σημεία της καθημερινής μας ζωής, είναι
συνοπτικές ονομασίες ή απεικονίσεις υλικών πραγμάτων ή καταστάσεων, για
πρακτικούς λόγους συντομίας και συνοπτικότητας. Αντίθετα δε, τα Σύμβολα
είναι υλικές αναπαραστάσεις πραγματικοτήτων, που υπάρχουν στους
ανώτερους κόσμους. 

Με το διαλογισμό που βασίζεται πάνω σ’ ένα Σύμβολο,
προκαλούνται ψυχικές ή πνευματικές δραστηριοποιήσεις, που ακτινοβολούν
από και προς την συμβολιζόμενη ιδέα, αυτό δε το γεγονός καλείται βίωση του
συμβόλου. Η ιδιότητα ενός Συμβόλου ως συνδετικού δύο κόσμων, διαφαίνεται
και στο γεγονός ότι στους αρχαίους λαούς, σήμαινε τον «αρραβώνα».

Σκοπός του Συμβόλου είναι η αναγωγή μιας ψυχικής δόνησης (μέσω των
αισθήσεων) προς το πνεύμα και το βίωμα μιας ενορατικής αλήθειας. Όποιος
επιχειρεί να κατανοήσει το Σύμβολο διανοητικώς μόνον, ή προσπαθεί με τη
διάνοια να εφεύρει Σύμβολα, αυτός συγχέει το Σύμβολο με το απλό σήμα. Αν
τα Σύμβολα εκληφθούν ως σήματα για κάτι που δεν θέλουν κάποιοι να μας
πουν και το αποκρύπτουν, τότε τα Σύμβολα χάνουν τη δύναμη και την αξία
τους.

Β. Οι Αλληγορίες:

Και αυτές επίσης έχουν πάρει εξειδικευμένες μορφές, μέσα σε κάθε
σχολή. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ανήκουν οι Παραβολές, οι
αλληγορικές Διηγήσεις, τα μεγάλα ή μικρά Έπη, τα Παραμύθια και τα
Αινίγματα (όπως στις Σούφικες παράδοξες ιστορίες ή στα «Κοάν» του Ζεν).
Εσωτερικές μορφές Αλληγορίας είναι οι Ταγματικές Παραδόσεις, οι Μύθοι, οι
Θρύλοι, καθώς και τα Οραματικά Όνειρα.
Ενώ οι ίδιες οι Αλληγορίες απευθύνονται στη Διαίσθηση, περιέχουν όμως
πολλές φορές και Σύμβολα, που όπως είπαμε απευθύνονται στην Ενόραση.

1) Η Αλληγορία : από το (άλλος + αγορεύω), είναι το να λέει κανείς άλλα
και άλλα να υπονοεί δια των λεγομένων του. Οι αλληγορίες ωθούν τον
προετοιμασμένο προς την αποκάλυψη.

2) Η Παράδοση : είναι το μέρος της Αλήθειας που μεταδίδεται αλληγορικά,
και γίνεται αντιληπτό και κατανοητό μόνον, από έναν ορισμένο αριθμό
ανθρώπων, κατάλληλα προετοιμασμένων για αυτήν.

3) Ο Μύθος : είναι αλληγορική αφήγηση, παλιότερα προφορική και αργότερα
γραπτή, που προορίζεται να παραστήσει με υλικές εικόνες μιαν αλήθεια
πνευματικής τάξης. Ο Μύθος είναι ένας από τους μυσταγωγικούς
τρόπους αποκαλύψεως της Αλήθειας, η οποία για κείνον που ζει
εσωτερικά την αφήγηση, αποκαλύπτεται με τη Διαίσθηση. Οι πλέον
αφηρημένες ιδέες και συλλήψεις, παρουσιάζονται υπό την μορφή
ανθρώπων, ζώων, φυτών, ορυκτών, τεράτων ή άλλων υλικών
καταστάσεων ή δράσεων. Έργο δε του μυημένου είναι να υπεισέλθει, όχι
διανοητικά ή επιστημονικά, αλλά Διαισθητικά στην υπό τον μύθο
αλληγορούμενη αλήθεια.

Από μια άποψη, οι αλληγορίες και οι μύθοι στην ανώτερη όψη τους, δεν
είναι παρά ένας τρόπος περιγραφικής απόδοσης ή ακόμη και ερμηνείας
ενός Συμβόλου. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το Σύμβολο είναι το γένος,
ενώ ο Μύθος είναι το είδος.

Ο Μύθος δεν έχει καμιά σχέση με το μύθευμα. Ενώ η ρίζα της λατινικής
λέξης: Fabula (= μύθευμα) προέρχεται από το ρήμα Fari που σημαίνει
ομιλώ, τουναντίον η ρίζα της λέξης: μύθος προέρχεται από το ελληνικό
ρήμα «μύω», που προκειμένου περί αφηγήσεως, έχει την σημασία του
«σιγώ».

4) Ο Θρύλος : δεν είναι παρά ένας Μύθος, ο οποίος χρησιμοποιεί ιστορικά
δεδομένα σε τμήματα της αφήγησής του, ή απλώς ξεκινά από αυτά, για
να προεκταθεί σ’ ένα μη ιστορικό τμήμα μυθικό.

Με τη μελέτη των αλληγοριών, των μύθων και των θρύλων και με την
ερμηνεία τους από μυσταγωγική άποψη, ο άνθρωπος εγκαταλείπει το γήινο
επίπεδο της αίσθησης και με τη βοήθεια των ψυχικών του δυνάμεων, που
τον αναρπάζουν προς τις σφαίρες του νοητού Κάλλους, το πνεύμα του
φωτίζεται και αφυπνίζεται από την αγνή Αλήθεια και γίνεται ικανός να
διακρίνει τη Σοφία σε όλο της το Κάλλος.
                                                                                                               Ν. Δασκαλόπουλος

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Πρωταγόρας


Διάσημος σοφιστής. Γεννήθηκε στα Άβδηρα, περί το 480 π.Χ. Το αρχικό του επάγγελμα ήταν αχθοφόρος. Τον ανακάλυψε ο Δημόκριτος, τον πήρε κοντά του, και τον έκανε γραμματέα του και μαθητή του. Περιηγήθηκε διάφορες ελληνικές πόλεις, καθώς και της Κάτω Ιταλίας, σαν διδάσκαλος της ρητορικής. Σχετίσθηκε με τον Περικλή και τον Ευριπίδη και τιμήθηκε πολύ στην Αθήνα. 

Οι απόψεις του, όπως και αυτές του Σωκράτη, σκανδάλισαν τους Αθηναίους και κατηγορήθηκε από τον Πυθόδωρο για αθεΐα. Μαρτυρείται πως τα βιβλία του κάηκαν δημόσια στην αγορά και ο ίδιος καταδικάστηκε. Για να αποφύγει τα χειρότερα ο Πρωταγόρας διέφυγε προς τη Σικελία. Όμως, το πλοίο που τον μετέφερε ναυάγησε και ο ίδιος πνίγηκε σε ηλικία περίπου εβδομήντα ετών.

Γνωσιοθεωρία

Με τον Πρωταγόρα εισάγεται το ρεύμα του σχετικισμού και του υποκειμενισμού στην φιλοσοφία. Ο Πρωταγόρας πίστευε ότι η γνώση δεν προσδιορίζεται αντικειμενικά, αλλά με τις αισθήσεις. Άρα, γνώση είναι ό,τι αντιλαμβανόμαστε πως αποτυπώνεται στις αισθήσεις μας. 

Ο Πρωταγόρας εισήγαγε την έννοια του «ανθρωποκεντρισμού», λέγοντας ότι: «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος». Η έκφραση αυτή σημαίνει ότι ο άνθρωπος αποτελεί μέτρο της αλήθειας και της γνώσης και γι’ αυτό κάθε υποκειμενική άποψη για κάποιο θέμα έχει την άξια της. 

Ηθική

Άλλος στόχος της διδασκαλίας του είναι η μόρφωση των νέων και η αρετή ως μέσον για την πολιτική δράση. Ο Πρωταγόρας πιστεύει ότι η αρετή μπορεί να διδαχθεί, αρκεί ο άνθρωπος να είναι κατάλληλα προικισμένος από τη φύση και να επιμείνει στην άσκησή της αρετής, πράγματα δηλαδή που μέχρι σήμερα παραμένουν απαρασάλευτα για τη δύναμη της αγωγής και χάρη σ' αυτήν η ανθρωπότητα προχωρεί σε ανώτερα στάδια πολιτισμού. 

Είναι επίσης από τους πρώτους ο Πρωταγόρας που αντιμετώπισε με κριτικό πνεύμα την ύπαρξη του Θεού θεωρώντας ότι εμπόδιο για τη γνώση του είναι «η αδηλότητα των θεών και η βραχύτητα του ανθρωπίνου βίου».

Εργασία

Ο Πρωταγόρας ήταν πιθανόν ο πρώτος δάσκαλος που δίδασκε με ανταμοιβή και ήταν ξακουστός για τα υψηλά δίδακτρα που χρέωνε. Οι μέθοδοι διδασκαλίας ήταν πρόδρομοι των σημερινών διαλέξεων και είχαν ως περιεχόμενο ανάλυση ποιημάτων,συζητήσεις για τα νοήματα και τις σωστές χρήσεις των λέξεων και γενικούς κανόνες ρητορικής. Όπως είναι φυσικό οι μαθητές του ήταν πλούσιοι και οικονομικά ευκατάστατοι Αθηναίοι με κοινωνικό υπόβαθρο.
Η μεγαλύτερη πηγή για τον βίο του Πρωταγόρα παραμένει ο αντίπαλός του Πλάτωνας.

Ο Πρωταγόρας, όπως και ο Ηράκλειτος, πίστευε στη διηνεκή ροή των όντων στο σύμπαν. Ο άνθρωπος γνωρίζει πράγματα όχι όπως είναι αυτά, αλλά όπως του εμφανίζονται στις αισθήσεις του. Κατά τον Πρωταγόρα δεν υπάρχουν αλήθειες που να ισχύουν, και κάτι που στον ένα φαίνεται αληθινό μπορεί στον άλλο να φανεί ψευδές. Για κάθε πράγμα υπάρχουν δύο αντίθετες εκδοχές.

Την αρετή ακόμα την θεωρούσε απλώς σαν μια αγαθή έξι, που προπαρασκευάζει καλύτερη ψυχική διάθεση και προτρέπει τους ανθρώπους στη δράση. Το κυριότερο έργο του ήταν το «Περί αληθείας». 

"Για τους θεούς δεν μπορώ να γνωρίζω τίποτα: ούτε ότι υπάρχουν, ούτε ότι δεν υπάρχουν, ούτε τι λογής μορφή έχουν. Γιατί είναι πολλά τα όσα εμποδίζουν να γνωρίζουμε. Από τη μία το άδηλο του ζητήματος και από την άλλη η συντομία της ανθρώπινης ζωής" (Diels-Kranz 80 Β4).

Για αυτή του τη δήλωση ο Πρωταγόρας εξορίστηκε και τα βιβλία του ρίχτηκαν στην πυρά. Δεν είναι απόλυτα σαφές αν ο Πρωταγόρας θεωρούσε την ύπαρξη των θεών εγγενώς ανεξιχνίαστη ή απλώς εξαιρετικά δύσκολη να διαπιστωθεί. Η φράση "το άδηλο του ζητήματος" κλίνει προς την πρώτη εκδοχή· η φράση "η συντομία της ανθρώπινης ζωής" προς τη δεύτερη. Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να τον συμπεριλάβουμε στους αγνωστικιστές.