Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Πεισίστρατος: Πείσω (δηλ. πείθω) + στρατός


 Ο Πεισίστρατος υπήρξε κατά διαστήματα στην περίοδο 561 έως 527 π.Χ. και για περίπου 20 χρόνια συνολικά τύραννος των Αθηνών. Προσπάθησε και κατάφερε να επιβάλει τυραννίδα τρεις φορές χρησιμοποιώντας άλλοτε συμμάχους από διάφορες πόλεις, άλλοτε μέσα από την ίδια την Αθήνα, όπου υπήρχαν έντονες διαμάχες εξουσίας μεταξύ αντίπαλων ισχυρών οικογενειών, άλλοτε με μισθοφορικό στρατό και άλλοτε με τραγελαφικά τεχνάσματα.

Τις πρώτες δύο φορές κατάφερε να επιβληθεί για μικρό χρονικό διάστημα, μετά το οποίο ανατράπηκε και εξορίστηκε. Την τρίτη φορά όμως έμεινε στην εξουσία μέχρι το θάνατό του το 527 π.Χ. από φυσικά αίτια και σε μεγάλη ηλικία, οπότε τον διαδέχτηκαν οι Πεισιστρατίδες.

Δεινός ρήτορας ο Πεισίστρατος εκμεταλλεύθηκε την πολιτική και κοινωνική αστάθεια της Αθήνας μετά τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα και συσπείρωσε γύρω του τα δυσαρεστημένα τμήματα του πληθυσμού.

Στην πρώτη του απόπειρα να κατακτήσει την εξουσία ο Πεισίστρατος σκαρφίστηκε το εξής τέχνασμα: αφού τραυματίστηκε μόνος του, εμφανίστηκε στην Αγορά καταματωμένος και άρχισε να διηγείται το πώς, ενώ αυτός υπερασπιζόταν τα δίκαια των αδυνάτων, οι πολιτικοί του αντίπαλοι του επιτέθηκαν και λίγο έλειψε να τον σκοτώσουν.

Οι Αθηναίοι τον πίστεψαν και, για να τον προστατέψουν από τους εχθρούς του, του έδωσαν προσωπική φρουρά 50 κορυνηφόρους (άνδρες οπλισμένους με ρόπαλα). Με «μαγιά» την προσωπική του φρουρά ο Πεισίστρατος, το 560 π.X., συγκέντρωσε και άλλους μισθοφόρους και κατέλαβε την εξουσία με τέχνασμα, πείθοντας τους Αθηναίους πολίτες ότι θα πρέπει το προσκύνημα στην Ακρόπολη να είναι άοπλο και έτσι τους αφόπλισε. Όχι όμως για πολύ καθόσον εκδιώχθηκε από τον Μεγακλή.


Ο ίδιος είχε σημαντικά εισοδήματα από προσωπικές επιχειρήσεις που απέκτησε στο Παγγαίο όσο ήταν εξόριστος και έτσι δεν επιβάρυνε ιδιαίτερα τον κρατικό προϋπολογισμό με προσωπικές δαπάνες που θα τον αποξένωναν από το λαό. Έτσι όμως μπορούσε πλέον να συντηρεί έναν αρκετά μεγάλο στρατό μισθοφόρων. Επιπλέον ζήτησε βοήθεια από τους αριστοκράτες φίλους του από τη Θήβα, τη Θεσσαλία, την Ερέτρια και κυρίως από τη Νάξο όπου ο Λύγδαμης, ο μετέπειτα τύραννος του νησιού, πρόσφερε στον Πεισίστρατο και στρατό και χρήμα. Επίσης ο γιος του Ηγησίστρατος στρατολόγησε από τη γενέτειρα της μητέρας του γύρω στους 1.000 αργείους εθελοντές.

Μολονότι ο Πεισίστρατος κατέκτησε την Αθήνα με ξένο στρατό, δεν κατέλυσε τους ισχύοντες θεσμούς. Αντίθετα σεβάστηκε τους νόμους του Σόλωνα παρ' ότι εκείνος στην πρώτη τυραννίδα του Πεισίστρατου είχε κάνει το παν για να μπορέσει να τον διώξει από την εξουσία. 

Φυσικά ο Πεισίστρατος είχε τον έλεγχο των πάντων. Διατήρησε τον υπάρχοντα διοικητικό μηχανισμό της Αθήνας αλλά φρόντισε να τοποθετήσει σε όλες τις θέσεις-κλειδιά συγγενείς του ή ανθρώπους της απόλυτης εμπιστοσύνης του.


Εξόρισε όλους τους σημαντικούς αντιπάλους του, που ήταν οι "παράλιοι", δηλαδή οι αριστοκράτες και οι μεγαλέμποροι υπό τον Αλκμεωνίδη Μεγακλή, και οι "πεδιακοί", δηλαδή οι επίσης αριστοκράτες, αλλά ολιγαρχικοί στις πεποιθήσεις γαιοκτήμονες υπό τον Λυκούργο γιο του Αριστολαΐδη.

Στο τέλος κατάφερε με ειρηνικά μέσα να αφοπλίσει τελείως τους Αθηναίους πείθοντάς τους ότι θα τους προστάτευε με κανονικό στρατό, που θα τον πλήρωνε από τα δημόσια έσοδα και έστρεψε τα ενδιαφέροντά τους σε παραγωγικότερες ασχολίες αντί του πολέμου, στην καλλιέργεια της γης και στην τόνωση του εμπορίου. Για να διασφαλίσει το καθεστώς του από τους αντιφρονούντες ο Πεισίστρατος πήρε ομήρους μερικούς νέους από αριστοκρατικές οικογένειες και τους έστειλε στη Νάξο, στον Λύγδαμη εξόριζοντας όσους αρνήθηκαν να συμβιβαστούν, όπως τους Αλκμεωνίδες.

Κατά την τυραννία του ο Πεισίστρατος δεν κατέλυσε τους θεσμούς. Αντίθετα, διατήρησε τον υπάρχοντα διοικητικό μηχανισμό της Αθήνας, φροντίζοντας όμως να τοποθετήσει σε όλες τις θέσεις-κλειδιά ανθρώπους της απόλυτης εμπιστοσύνης του. Σπάνια εφάρμοζε στυγνή τυραννία και φρόντιζε να κρατά πολιτικές ισορροπίες μη καταλύοντας όλους τους θεσμούς. Εντούτοις με πολλούς τρόπους παρακώλυε την πραγματική λειτουργία της δημοκρατίας και ήλεγχε όλους τους μηχανισμούς της εξουσίας, παίρνοντας κατά καιρούς και ακραία, σαφώς τυραννικά μέτρα.

Επιπλέον έδωσε στους αγρότες χαμηλότοκα δάνεια ώστε τους μήνες όπου περίμεναν να συλλέξουν τη σοδειά τους να μην αναγκάζονται να μπαίνουν στην πόλη αναζητώντας δουλειά. Θέσπισε επίσης κινητά δικαστήρια τα οποία περιόδευαν στην ύπαιθρο για την επίλυση των διαφορών. Με τον τρόπο αυτό ο Πεισίστρατος περιόρισε την αστυφιλία και αύξησε την αγροτική παραγωγή.

Απέφυγε τους πολέμους και στα ειρηνικά χρόνια της κυβέρνησής του η οικονομία της Αθήνας βελτιώθηκε σημαντικά. Μερικά από τα διασημότερα έργα της εποχής του Πεισίστρατου ήταν το υδραγωγείο, η Εννεάκρουνος ή Καλλιρρόη, το Εκατόμπεδον στην Ακρόπολη προς τιμήν της Αθηνάς, εκεί όπου αργότερα χτίστηκε ο Παρθενώνας, και ο ναός του Ολυμπίου Διός, ο οποίος τελικά ολοκληρώθηκε αιώνες αργότερα από τον ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό.

Κάποτε που η θυγατέρα του Πεισίστρατου ήταν κανηφόρος στη γιορτή των Παναθηναίων κι έλαμπε στην ομορφιά, την πλησίασε κάποιος νεαρός και χωρίς να λογαριάζει τίποτε, φίλησε την κοπέλα. Όταν το πληροφορήθηκαν τα αδέρφια της, έφεραν βαρέως την προσβολή κι οδήγησαν τον νεαρό στον πατέρα τους ζητώντας να τον τιμωρήσει. Ο Πεισίστρατος γέλασε και τους λέει «Και τότε τι θα κάνουμε αυτούς που μας μισούν, αν τιμωρήσουμε αυτούς που μας αγαπούν;».

Στα 20 σχεδόν χρόνια της τρίτης τυραννίδας του Πεισίστρατου η Αττική δεν ενεπλάκη σε πόλεμο. Οι σχέσεις του Πεισίστρατου με τους επικίνδυνους γείτονες, κυρίως τη Μεγαρίδα την οποία είχε κατατροπώσει παλαιότερα με νικηφόρο πόλεμο, υπήρξαν άριστες. Το ίδιο και με τις περισσότερες ελληνικές πόλεις. 

Σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες η τυραννίδα του Πεισίστρατου ήταν μάλλον ήπια, σχεδόν «δημοκρατική».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου