Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος (ὁ μετέπειτα Ἅγιος) ἐγκαινιάζει στὶς 11 Μαΐου τοῦ ἔτους 330 τὴν νέα Ρώμη, πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους.
Σύμφωνα μὲ τὸν Κωνσταντῖνο Παπαρρηγόπουλο ἡ Ρωμαϊκὴ κυριαρχία διήρκησε μέχρι τὸν 5ο αἰώνα, καὶ ὁμοίως συμφωνεῖ ἡ ἱστορικὸς Ἑλένη Γλυκατζὴ Ἀρβελέρ, ἡ ὁποία ἀναφέρει: "Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς περίοδου (379-641), τὸ Βυζάντιο θὰ ἀποκτήσει τὰ χαρακτηριστικά, ποῦ θὰ τὸ καταστήσουν ἀργότερα ὡς ἡ Ἑλληνικὴ Αὐτοκρατορία τς χριστιανικῆς Ἀνατολῆς.
" O Finlay θεωρεῖ ὅτι: "ἀπὸ τὸ 716 ἡ ἱστορία τῶν Ἑλλήνων τοσούτον στενῶς συμπλέκεται μετὰ τῶν χρονικῶν της κραταιῶς ἤδη ὀργανωθείσης αὐτοκρατορικῆς κυβερνήσεως, ὥστε ἡ ἱστορία τοῦ ἀνατολικοῦ κράτους ἀποτελεῖ ἔκτοτε ἓν ὅλον μετὰ τῆς τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἱστορίας." Ἡ Ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία ἦταν ὁ προμαχώνας τῆς χριστιανικῆς Εὐρώπης γιὰ χίλια καὶ πλέον ἔτη, προστατεύοντας τὴν ἀπὸ ἐπιδρομὲς βαρβάρων, ἐπιδρομὲς οἱ ὁποῖες ἦταν ἱκανὲς νὰ διαγράψουν τελείως τὴν πολιτιστικὴ ταυτότητα τῆς Εὐρώπης ποῦ γνωρίζουμε σήμερα.
Ἂν οἱ Πέρσες ἢ οἱ Ἄραβες ἢ οἱ Ὀθωμανοὶ εἶχαν κατακλύσει τὴν Εὐρώπη, σίγουρα ἡ Εὐρωπαϊκὴ ἱστορία θὰ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ σήμερα. Ἐπίσης τὸ κράτος τοῦ Βυζαντίου ἦταν ὁ θεματοφύλακας τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τῆς πνευματικῆς κληρονομιᾶς τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων. Ἂν δὲν εἶχαν ἀντιγραφεῖ τὰ χιλιάδες ἔργα τῶν ἀρχαίων σοφῶν καὶ εἶχαν παραδοθεῖ στὸ ἔλεος τῶν ἀσιατῶν εἰσβολέων, ἐλάχιστα θὰ γνωρίζαμε γιὰ τὶς ἀρχαῖες ἐπιστῆμες καὶ τὴν ἀρχαία φιλοσοφία.
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἀνέπτυξαν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες, ἀλλὰ παρέλειψαν νὰ κάνουν κάτι ἐξίσου σημαντικό. Δὲν δημιούργησαν Ἑλληνικὸ κράτος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνουν ὑπόδουλοι τῶν ἀρχαίων Ρωμαίων χωρὶς νὰ ὀργανώσουν οὔτε τὴν ὑποτυπώδη ἀντίσταση.
Οἱ μεσαιωνικοὶ Ἕλληνες δημιούργησαν καὶ ὀργάνωσαν τὸ πρῶτο Ἑλληνικὸ κράτος, τὸ ὁποῖο ἦταν τὸ ἰσχυρότερό του τότε γνωστοῦ κόσμου. Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι λαοὶ σέβονταν τὸν Ἕλληνα αὐτοκράτορα καὶ φθονοῦσαν τὸν πλοῦτο καὶ τὴν αἴγλη τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ Ἑλληνικὴ γλώσσα ἀκούγονταν ἀπὸ τὴν Σικελία μέχρι τὴν Καππαδοκία καὶ τὸν Πόντο, καὶ ἀπὸ τὴν Μακεδονία μέχρι τὴν Κρήτη καὶ τὴν Κύπρο. Οἱ Ἕλληνες, γιὰ πρώτη φορὰ ἦταν ἑνωμένοι καὶ δὲν μάχονταν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἀνέπτυξαν τὴν ἰατρική, ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ δημιούργησαν νοσοκομεῖα καὶ ἰατροφαρμακευτικὴ περίθαλψη, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶπαν: "Ὑπὲρ πάντων ἡ Πατρίς", ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ ἔκτισαν τὰ δυνατότερα τείχη καὶ ὀργάνωσαν τὸν ἰσχυρότερο στρατὸ καὶ στόλο τῆς ἐποχῆς, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες μίλησαν πρῶτοι γιὰ δικαιοσύνη καὶ ἰσότητα, ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ ἀνέπτυξαν τὸ καλύτερο νομοθετικὸ καὶ διοικητικὸ σύστημα γιὰ νὰ διοικήσουν τὸ ἀχανὲς κράτος τους, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν οἱ καλύτεροι μαθηματικοὶ καὶ φυσικοί, ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ ἔκτισαν τὸ μεγαλύτερο κτίριό του τότε γνωστοῦ κόσμου μέσα σὲ πέντε χρόνια, τὴν τοῦ Θεοῦ Ἁγία Σοφία.
Οἱ μεσαιωνικοὶ Ἕλληνες ἢ Ρωμιοί, ὅπως ἀποκαλοῦσαν τοὺς ἑαυτούς τους, ἦταν ἐξίσου ἱκανοὶ μὲ τοὺς προγόνους τους στὴν τέχνη. Σύμφωνα μὲ τὸν ἱστορικὸ Steven Runciman: "Ἡ βυζαντινὴ τέχνη ἦταν ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες σχολὲς τέχνης παγκοσμίως. Κανένας ἀρχαῖος Ἕλληνας δὲ θὰ μποροῦσε νὰ χτίσει τὴν Ἁγία Σοφία, αὐτὸ ἀπαιτοῦσε πολὺ βαθιὰ τεχνικὴ γνώση". Οἱ Βυζαντινοὶ ποῦ συνέχισαν μὲ φανατισμὸ νὰ ὁμιλοῦν τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ νὰ ἐξελληνίζουν τὰ ξένα ὀνόματα θεωροῦσαν τιμή τους ὅτι ἦταν ἀπόγονοι τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων.
Τὰ πρῶτα βιβλία ποῦ μάθαιναν τὰ παιδιὰ ἦταν ἡ Ἰλιάδα καὶ ἡ Ὀδύσσεια τοῦ Ὁμήρου καὶ οἱ ἀγαπημένοι τοὺς ἥρωες ἦταν μεταξὺ ἄλλων, ὁ Λεωνίδας καὶ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος.
O Παναγιώτης Κανελλόπουλος ἄριστος μελετητὴς τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας μᾶς παραθέτει στὸ βιβλίο του, Γεννήθηκα στὸ 1402: "Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πῆραν ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἀθήνα τὰ φῶτα τους, ἐνῶ οἱ ἄριστα μορφωμένοι Πατριάρχες, Φώτιος καὶ Ἀρέθας, εἶχαν ἀγκαλιάσει τὸν Πλάτωνα. Ὅταν δὲ οἱ Φράγκοι κατέλαβαν τὴν Βασιλεύουσα, ξύπνησε ἔντονα ἡ Ἑλληνικὴ συνείδηση τῶν Ἑλλήνων καὶ αἰσθάνθηκαν ὅσοι ἀποσύρθηκαν στὴν Μικρὰ Ἀσία, ἀντικρύζοντας τὴν Σμύρνη, τὴν Ἔφεσσο καὶ τὴ Μίλητο, τὸ Ἑλληνικὸ αἷμα νὰ ρέει στὶς φλέβες τους. Ἑάλω μὲν ἡ πατρίς, ἀλλ' ἀνδρὶ σοφῶ πᾶς τόπος Ἑλλάς".
H Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ, στὸ ἔργο της: L'idelogie politique de l' empire byzantin ὑποστηρίζει ὅτι: "Τὸ βασικὸ χαρακτηριστικό της πνευματικῆς ζωῆς τοῦ Βυζαντίου κατὰ τοὺς αἰῶνες τοῦ μεγαλείου του, παραμένει ἡ ἀνανέωση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα καὶ τὶς ἐπιτεύξεις της. Εἶναι πράγματι σημαντικὸ ὅτι σ'αὐτὴ τὴν περίοδο οἱ ἀναφορὲς στὸν κλασσικὸ κόσμο καὶ στὶς ἀξίες τοῦ πολλαπλασιάζονται, ἐνῶ ἡ μελέτη τῆς κλασσικῆς λογοτεχνίας κατακτᾶ ὅλο καὶ περισσότερο, ὄχι μόνο τὶς σχολὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ ἐπίσης καὶ τὸ ἐνημερωμένο κοινό.
Οἱ βυζαντινοὶ συνειδητοποιοῦν ὅλο καὶ περισσότερο, τοὺς προνομιακοὺς δεσμούς τους μὲ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα ἐξαιτίας τῆς ἑλληνοφωνίας τους. Αὐτὸ τοὺς διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὸν λατινικὸ κόσμο, ἐνῶ στὶς στιγμὲς κρίσης μεταξύ της χριστιανικῆς Δύσης καὶ τοῦ Βυζαντίου, ἡ ἀναφορὰ στὸν ἑλληνισμὸ βεβαιώνει τὴν ὑπεροχὴ τῆς βυζαντινῆς παιδείας ἔναντι τῶν Δυτικῶν τους ὁποίους τοὺς συγχέουν σκόπιμα μὲ τὸν βαρβαρικὸ κόσμο.
" O ἀρχαῖος ἑλληνισμὸς καὶ ἡ μεσαιωνικὴ ἑλληνικότητα ἀποτελοῦν δύο σταθμοὺς τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ εἶναι λάθος νὰ παραμερίζουμε τὸν δεύτερο, διότι ἔτσι ἀποκόβουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ τὸν πρῶτο σταθμό. Καὶ οἱ δύο ἀντιμετώπισαν ἀποτελεσματικὰ τὶς ἑφόδους τοῦ βαρβαρικοῦ κόσμου γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ πολιτισμένου κόσμου.
Ἁπλὰ ἐπειδὴ οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες, εἴμαστε μιμητὲς τῶν Δυτικῶν ἀφιερώνουμε ὅλη μας τὴν προσοχὴ στὴν ἀρχαιότητα ὅπως κάνουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ θεωροῦν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς κληρονόμους τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Παιδείας, ἀφοῦ οἱ πρόγονοί τους ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲν εἶχαν ἀναπτύξει στοιχειώδη πολιτισμό. Στὸν Μεσαίωνα ἡ Δύση ἄρχισε νὰ ἀναπτύσει τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν ταυτότητά της, ὅποτε θὰ ἦταν μειωτικὸ γι'αὐτοὺς νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὸν δικό μας μεσαιωνικὸ πολιτισμὸ ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ ἀνώτερός τους.
Ἐνῶ οἱ ἀνιστόρητοι πολίτες τῆς Δύσης ξέχασαν καὶ ἀγνοοῦν τὸ Ἑλληνικὸ κράτος τοῦ Μεσαίωνα, οἱ ἱστορικοί της Δύσης μᾶλλον εἶναι αὐτοὶ ποῦ μᾶς δίδαξαν γιὰ αὐτὸ τὸ κράτος. Δὲν ὑπάρχει οὔτε μία ταινεία στὸν Ἀμερικανικὸ κινηματογράφο ποῦ νὰ ἀναφέρει ἔστω τὴν λέξη Κωνσταντινούπολη. Ἁπλὰ ἀναφέρω ὅτι μία ἀμερικανικὴ ταινεία ποῦ εἶχε σὰν θέμα τῆς τὴ ζωὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τελείωσε μὲ τὴν τελευταία του μάχη ποῦ τὸν καθιέρωσε μόνο καὶ πανίσχυρο αὐτοκράτορα, ἀγνοώντας παντελῶς τὴ ἵδρυση τῆς Νέας Ρώμης, καὶ τὴν μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας στὴν ἀρχαία πόλη τοῦ Βυζαντίου. Εὐτυχῶς ὅμως ἡ ξένη βιβλιογραφία γιὰ τὸ Βυζάντιο εἶναι ἀπέραντη.
Εἶναι τιμή ποῦ ὁ βυζαντινὸς κόσμος ἔκανε συνείδησή καὶ ζήτησε νὰ ἐλαφρώσει τὰ βάρη τῆς ζωῆς, θεμελιώνοντας νοσοκομεῖα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς λεπροὺς καὶ τοὺς ἀδύνατους, κτίζοντας ξενοδοχεῖα γιὰ τοὺς ὁδοιπόρους καὶ τοὺς ξένους, γηροκομεῖα γιὰ τοὺς γέρους, οἴκους μητρότητος γιὰ τὶς γυναῖκες, καταφύγια γιὰ τὰ ἐγκαταλελειμμένα παιδιὰ καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα.
Tοῦ συγγραφέα Λάζαρου Ἀραβανῆ
Θα έλεγα να πάρεις τηλέφωνο αυτόν το αστοιχείωτο να του πείς λίγο για τους άραβες που αντέγραψαν τους αρχαίους και τους βρήκαμε εμείς σήμερα.Επίσης δεν μπορώ να καταλάβω πώς ένας τόσο ανεπτυγμένος πολιτιστικά λαός αποκαλούσε τον εαυτό του με ξένο όνομα(ρωμιοί).Δηλαδή αν οι γάλλοι αποκαλούσαν τον εαυτό τους δανοί ,θα μας φαινότανε λογικό? Το βυζάντιο ήτανε μία πολυεθνική αυτοκρατορία που επικράτησαν κάποια στιγμή οι έλληνες,οι οποίοι όμως δεν είχανε ακόμα εθνική συνείδηση όπως ξέρει και ένας μαθητής γυμνασίου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠιστεύω ότι η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Είναι προφανής η προσπάθεια του συγγραφέα (πιθανόν Βλαχικής καταγωγής αν κρίνω από το επίθετο) να δίνει έμφαση στη Ρωμαιο-ελληνική ιστορική συνέχεια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο άρθρο απλώς είναι χρήσιμο στο να μας προβληματίσει ότι δεν είναι δυνατόν να φτάσαμε σήμερα εδώ απευθείας από την κλασσική αρχαιότητα.
Η Ανατολική κυρίως αλλά και η Δυτική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (Θωμάς Ακινάτης-Αραβικές μεταφράσεις του Αριστοτέλη κλπ) ήταν οι φορείς της συνέχειας σημαντικού μέρους του πολιτισμού μας διυλισμένου από Χριστιανικά θρησκευτικά στοιχεία έτσι ώστε τελικά με τη συμβολή των μεγάλων Δασκάλων του γένους να υπάρχουμε σήμερα ξανά ως Έλληνες.