Ι. Η αδράνεια των ισχυρών
To γεγονός ότι το έτος 2008 ο αριθμός των πεινασμένων συνανθρώπων μας ανήλθε τουλάχιστον σε 963 εκατομμύρια, ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο όριο, δεν φαίνεται να συγκίνησε ιδιαίτερα ούτε τις πολυάσχολες πολιτικές ηγεσίες, ούτε όμως και τις σε βαθύ λήθαργο μακάρια κοιμώμενες κοινωνίες πολιτών του αναπτυγμένου κόσμου. Σημειώνεται ειδικότερα ότι το 65% του συνόλου των πεινασμένων συγκεντρώνεται σε 7 χώρες (Ινδία, Πακιστάν, Μπαγκλαντές, Ινδονησία, Κίνα, Αιθιοπία, Δημοκρατία του Κονγκό).
Η περιοχή όμως που πλήττεται από την πείνα περισσότερο από κάθε άλλη είναι η Υποσαχάρια Αφρική, καθώς 1 στους 3 κατοίκους της (περίπου 235 εκατομμύρια άνθρωποι) υποφέρει από χρόνιο υποσιτισμό. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι οι επιπτώσεις του πολέμου στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, αλλά και οι συγκρούσεις στο Λίβανο και την Παλαιστίνη εκτόξευσαν σημαντικά τον αριθμό των πεινασμένων στην Εγγύς Ανατολή και τη Β. Αφρική.
Έτσι, ο αριθμός των υποσιτισμένων ανθρώπων στη συγκεκριμένη περιοχή ανήλθε από 15 εκατομμύρια, όπου κυμαινόταν κατά τη διετία 1990-1992, σε τουλάχιστον 37 εκατομμύρια το 2007, σημειώνοντας αύξηση περίπου 150%.
Εκτιμάται ότι για να επιτευχθεί στοιχειώδης μείωση του παγκόσμιου αριθμού των υποσιτισμένων, απαιτούνται από τη διεθνή κοινότητα ετήσιες επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη της γεωργίας και της κοινωνικής προστασίας του πληθυσμού των φτωχών χωρών. Διαχρονικά όμως το ποσό αυτό δεν καθίσταται δυνατό να συγκεντρωθεί παρά τις προφανείς επιτακτικές ανάγκες και τις εκκλήσεις των υπευθύνων.
Είναι ενδεικτικό ότι το εν λόγω χρηματικό ποσό αποτελεί μόλις το 8% των αντίστοιχων επιχορηγήσεων που δίδονται στις χώρες του ΟΟΣΑ, αλλά κι ένα ελάχιστο ποσοστό των χρημάτων που δαπανώνται από τις αναπτυγμένες χώρες για την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
ΙΙ. Υπερκαταναλωτισμός
Το ότι περίπου 1 στους 6,5 συνανθρώπους μας λιμοκτονεί ήταν ούτως ή άλλως «ψιλά γράμματα» μπροστά στις καθημερινές, αδήριτες έγνοιες των πολιτών των αναπτυγμένων χωρών, π.χ. για καλύτερους μισθούς και εν γένει για πιο άνετη ζωή. Οι επιπτώσεις που επιφέρει η σύγχρονη κρίση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, οι πτωτικές τάσεις των αναπτυξιακών δεικτών, που προβάλλονται με δραματικό τρόπο από τα ΜΜΕ, η εποχή οικονομικής ύφεσης που προμηνύεται ότι θα βιώσει ο αναπτυγμένος κόσμος απομακρύνει ακόμα περισσότερο την πιθανότητα, οι σύγχρονες αναπτυγμένες κοινωνίες να στρέψουν με τη δέουσα σοβαρότητα την προσοχή τους στο ζωτικής σημασίας για την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων ζήτημα της πείνας που πλήττει κυρίως τις αναπτυσσοόμενες ή υπανάπτυκτες χώρες.
Το διαχρονικό αυτό ζήτημα αντιμετώπισης φαίνεται ότι ωχριά μπροστά στον κίνδυνο, ο μέσος καταναλωτής να περιορίσει τις συνήθεις καταναλωτικές δαπάνες του για αγορά αξεσουάρ, οικιακών συσκευών, αυτοκίνητων, ταξιδιών, οικοπέδων κ.ο.κ. ή στη χειρότερη περίπτωση να ελαττώσει τα χρήματα που ξοδεύει για τη διατροφή του.
Για να κατανοηθεί σαφέστερα η ένοχη στάση του μέσου πολίτη των αναπτυγμένων χωρών απέναντι στο εντεινόμενο φαινόμενο της πείνας, αναφέρεται ενδεικτικά ότι το πλουσιότερο 20% του παγκόσμιου πληθυσμού, που κατά κύριο λόγο ανήκει στον δυτικό αναπτυγμένο κόσμο, καταναλώνει περίπου το 80% του συνόλου των φυσικών πόρων του πλανήτη. Η στάση του μέσου Έλληνα πολίτη διόλου δεν αποκλινει από την ανωτέρω νοοτροπία και πρέπει να εξίσου να προβληματίσει κάθε σκεπτόμενο πολιτικό και κοινωνικό φορέα.
Σύμφωνα με επίκαιρα στοιχεία διεθνούς έρευνας της WWF (Living Planet Report 2008, http://www.wwf.gr/images/stories/docs/lpr_2008.pdf), εκτιμάται ότι για να καλυφθούν οι ετήσιες βιοτικές ανάγκες του μέσου Έλληνα απαιτείται η παραγωγική εκμετάλλευση τουλάχιστον 59 στρεμμάτων γης ανά κάτοικο, τη στιγμή που ο παγκόσμιος μέσος όρος κλακυψης των ευήσιων βιοτικών αναγκών ανέρχεται σε 27 στρέμματα, ενώ οι δυνατότητες του πλανήτη για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του συνολικού πληθυσμού της Γης περιορίζονται στην παραγωγική αξιοποίηση 21 στρέμματων ανά κάτοικο.
Δεδομένου ότι ο μέσος όρος κατανάλωσης του Έλληνα υπερβαίνει σχεδόν κατά τρεις φορές το όριο δυνατοτήτων του πλανήτη, γίνεται αντιληπτό ότι, αν όλοι οι κάτοικοι της Γης υιοθετούσαν τον τρόπο ζωής του μέσου Έλληνα, θα απαιτούνταν τρεις γήινοι πλανήτες, για να τραφεί ο παγκόσιος πληθυσμός.
Παράλληλα, η Ελλάδα με ετήσια κατανάλωση νερού που φτάνει τα 2.389 κυβικά μέτρα ανά κάτοικο (εκ των οποίων 87% καταναλώνει η ελληνική γεωργία), κατέχει τη δεύτερη θέση παγκοσμίως στην ετήσια κατανάλωση νερού μετά τις ΗΠΑ.
Σημειώνεται ότι ο ετήσιος μέσος όρος παγκόσμιας κατανάλωσης νερού ανά κάτοικο αγγίζει τα 1.243 κυβικά μέτρα. Συνολικά μάλιστα, η Ελλάδα κατά την έρευνα της WWF, μεταξύ 148 χωρών από όλο τον κόσμο, κατατάσσεται στην ενδέκατη χειρότερη θέση ως προς την έκταση παραγωγικής γης, πόσιμου νερού και θάλασσας που είναι απαραίτητη για την κάλυψη των καθημερινών ανθρώπινων αναγκών σε ενέργεια και νερό, συνυπολογίζοντας τις εκπομπές ρύπων ανά άτομο και την έκταση που χρειάζεται για την απόθεση των απορριμμάτων του (Οικολογικό αποτύπωμα –Εcological Footprint).
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο εν λόγω υπερκαταναλωτικός τρόπος ζωής του μέσου Έλληνα πολίτη και εν γένει του μέσου πολίτη των αναπτυγμένων χωρών αποβαίνει σε βάρος των ευάλωτων πληθυσμών των αναπτυσσόμενων και των υπανάπτυκτων χωρών και αποτελεί βασικό αίτιο αύξησης του φαινομένου της πείνας σε αυτές.
Είναι προφανές ότι ο πλούτος που οι εν λόγω χώρες παράγουν με ελάχιστο κόστος, λόγω του φθηνού εργατικού δυναμικού του ντόπιου πληθυσμού που συχνά εργάζεται σε απάνθρωπες συνθήκες, εξάγεται προς τις αναπτυγμένες χώρες και καταναλώνεται απερίσκεπτα από τους πολίτες των χωρών αυτών, δηλ. από εμάς, χωρίς να συλλογίζόμαστε τις επιπτώσεις του καταναλωτικού μας πάθους.
Αυτό έχει ως συνέπεια, οι πληθυσμοί των χωρών αυτών να μαστίζονται από διαρκώς εντεινόμενη φτώχεια και πείνα.
Ελευθέριος Δικαίος
Ιαν 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου