(Μετατραυματικές εμπειρίες του στρες - PTSD)
Ο Αριστοτέλης πρώτος θέσπισε το βασικό αξίωμα που νομιμοποιεί την εμπορευματοποίηση σωμάτων και ψυχών με την παραδοχή ότι υπάρχουν άνθρωποι γεννημένοι να είναι δούλοι και άνθρωποι γεννημένοι να είναι ελεύθεροι, παρεπόμενα ο δούλος μπορεί να είναι εμπόρευμα και μάλιστα αναπαραγόμενο όπως αναπαράγεται κάθε είδος στο φυτικό και ζωικό βασίλειο. Το φιλοσοφικό αυτό δόγμα επαληθεύεται συνεχώς μέχρι τις μέρες μας και διαποτίζει όλους τους ιστορικούς πολιτισμούς. Στο πείσμα της γραφειοκρατικής ανθρωπιστικής νομοθεσίας και του σύγχρονου δικαιϊκού συστήματος που ανασκευάζει και καταργεί την εμπορευματοποίηση του ανθρώπινου όντος, οι πρακτικές και οι δραστηριότητες επαληθεύουν συνεχώς την ανταλλακτική αξία ψυχών και σωμάτων που υπονοεί ο Αριστοτέλης. Η φύση κάθε εμπορεύματος επιβάλλει για τη χρήση του να διακινείται και να πωλείται. Οι γυναίκες ανέκαθεν υπήρξαν διακινούμενο προϊόν που προσέφερε σεξουαλική ικανοποίηση στην ανδρική ομάδα ζήτησης, που πρόσθετα απαιτεί και συνεχή ανανέωση.
Παράλληλες δραστηριότητες αποτελούν ή εμπορευματοποίηση παιδιών μέσα από οργανωμένα κυκλώματα παιδεραστίας, και η παραγωγή συναφούς πορνογραφικού υλικού cd και οι ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, όπως η διακίνηση και η εκπόρνευση γυναικών, το ίδιο και η διακίνηση και εκπόρνευση ανηλίκων, αποτελεί ιδιαίτερα επικερδή οργανωμένη εγκληματική δραστηριότητα.
Θα εξετάσθούν τα συμπτώματα της μετατραυματικης εμπειρίας του στρες (P.T.S.D) σε γυναίκες και παιδιά θύματα του εγκληματικού φαινομενου εμπορίας και διακίνησης ανθρώπων (trafficking).
Η ελληνική λέξη «τραύμα», έχει καθιερωθεί στη διεθνή ορολογία και σημαίνει πληγή. Η σωματική και ψυχική κακοποίηση γυναικών και παιδιών σε όλες τις μορφές τους συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής κακοποίησης, είναι τραύματα. Το «τραύμα» με τεχνικούς όρους αναφέρεται σε κατάσταση όπου το άτομο αισθάνεται αδύναμο, ανασφαλές και σε μεγάλο κίνδυνο. Όταν το άτομο βιώνει το τραύμα επηρεάζεται πολυεπίπεδα όλη η ύπαρξή του. Η αλλοίωση του ψυχισμού είναι τόσο μεγάλη, ώστε ο φυσιολογικός τρόπος σκέψης, κατανόησης και δράσης των προβλημάτων είναι τελείως ανεπαρκής. Κατά τη διαδικασία του μετατραυματικού στρες το άτομο υφίσταται πλήρη αποδόμηση της προσωπικότητας και ταυτότητας. Τα θύματα αυτών των εγκληματικών πράξεων βιώνουν συγκεκριμένες επώδυνες μετατραυματικές εμπειρίες με ένταση και ψυχολογικό βάθος που κλιμακώνονται ανάλογα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της θυματοποίησης.
Όλες οι μορφές ψυχικών και σωματικών τραυμάτων προξενούν βαθιές αλλαγές στον τρόπο που τα άτομα βιώνουν τις εμπειρίες και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις (Fisher, 2000). Ο γενικός ορισμός του τραύματος έχει καθιερωθεί από το DSM- IV ως εξής: ‘ το να βιώνεις ή να είσαι μάρτυρας ενός γεγονότος που προδικάζει θάνατο ή απειλή θανάτου, βαρύ τραυματισμό ή απειλή κατά της φυσικής ακεραιότητας γεγονός που οδηγεί σε μια ψυχολογική κατάσταση που εμπεριέχει έντονο φόβο, απώλεια βούλησης ή τρόμο’.
H έρευνα στοχεύει στο να εξετάσει τα συμπτώματα της μετατραυματικής εμπειρίας του στρες (PTSD) σε γυναίκες-θύματα του εγκληματικού φαινομένου εμπορίας και διακίνησης ανθρώπων (trafficking), να διαπιστώσει τη σοβαρότητά τους καθώς και τυχόν διαφοροποιήσεις συγκριτικά τόσο με το γενικό γυναικείο πληθυσμό όσο και με γυναίκες που υπήρξαν θύματα κακοποίησης. Πρέπει να επισημανθεί ότι δεν υπάρχει άλλη αντίστοιχη έρευνα στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τα θύματα του trafficking και τα συμπτώματα του PTSD.
Το μετατραυματικό στρες (PTSD) έχει διαγνωσθεί και καταγραφεί από αρχαίους, ιστορικούς και γιατρούς. Ο Ηρόδοτος γράφει ότι στην Μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ) ένας Αθηναίος οπλίτης τυφλώθηκε από σοκ βιώνοντας το θάνατο ενός συντρόφου του. Στην μεγάλη φωτιά του Λονδίνου το 1666 ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού παρουσίασε συμπτώματα θυμού, οργής, αϋπνίας και κατάθλιψης που η σύγχρονη επιστήμη αναγνωρίζει ως μετατραυματικες καταστάσεις. Τον 19ο αιώνα ο Γάλλος νευρολόγος Σαρκο διέγνωσε μετατραυματικό στρες σε γυναίκες που υπηρξαν θύματα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης.
Οι έρευνες σχετικά με τον κλονισμό της ψυχικής υγείας κατά τον πόλεμο του Βιετνάμ οδήγησαν στη σύλληψη της κεντρικής ιδέας για την διαγνωστική κατηγορία του PTSD. Τα συμπτώματα του PTSD έχουν καταγραφεί ως βιώματα από τους στρατιώτες διαχρονικά. Η καταγραφή του συσχετισμού του πολέμου και των συμπτωμάτων PTSD ανάγεται από ιστορικούς και άλλους πολύ πίσω στο παρελθόν μέχρι τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Ο ίδιος συσχετισμός πολέμου και PTSD αναφέρεται στην Αγγλία και τη Γαλλία κατά την περίοδο του Μεσαίωνα. Ο Σαίξπηρ στον Ερρίκο τον IV (σκηνή 1η) έγραφε για το πώς ο πόλεμος συσχετίζεται με το PTSD, αλλά μόνο κατά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο αποδείχτηκε επιστημονικά η σύνδεση του ψυχολογικού άγχους με τον πόλεμο. Με το τέλος του πολέμου αναφερόταν ως «νεύρωση πολέμου» (Glass 1969). Η πλειοψηφία των βετεράνων του 1ου και του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου που υπέφεραν από το PTSD αποσιώπησαν τα προβλήματά τους ή τα έπνιξαν στο αλκοόλ. Είναι γνωστό ότι πάνω από 120.000 βετεράνοι του Βιετνάμ αυτοκτόνησαν ή σκοτώθηκαν οδηγώντας μεθυσμένοι μετά τον πόλεμο εξαιτίας του PTSD. Μία μελέτη από τη διοίκηση βετεράνων το 1992 αναφέρει ότι το 9% των στρατιωτών που επέστρεψαν από τον πόλεμο του Περσικού Κόλπου διέγνωσε ότι παρουσίαζαν το σύνδρομο PTSD. Ο Hoge και άλλοι επιστήμονες (2004) ανέφεραν ότι το προσωπικό που επέστρεψε από το Ιράκ και το Αφγανιστάν εκπλήρωνε το κριτήριο υπερβολικής κατάθλιψης και συμπτωμάτων PTSD. Οι ερευνητές παραδέχονται ότι οι αριθμοί θα ήταν υψηλότεροι εάν ο στιγματισμός και ψυχολογικοί φραγμοί δεν εμπόδιζαν τους στρατιώτες να ομολογήσουν τα συμπτώματά τους και να ζητήσουν ψυχολογική στήριξη και θεραπεία.
Το PTSD έχει ως συνέπεια τη δημιουργία κατάστασης σοβαρού ψυχικού καταναγκασμού που παράγει έντονο φόβο, τρόμο, αίσθηση ανικανότητας, απόγνωσης και επίκτητης αδυναμίας. Η συμπτωματολογία των ατόμων περιλαμβάνει επίσης αυξημένο άγχος, αποφυγή ερεθισμάτων που συνδέονται με το τραύμα και πάγωμα των συναισθηματικών αποκρίσεων (DSM IV – TR 2000). Αυτή η διαταραχή όταν είναι χρόνια συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης παθολογικών καταστάσεων, αυξημένη θνησιμότητα, μεγάλη φυσική και ψυχική εξασθένηση ή ακόμα και αναστάτωση σε διαπροσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο.
Πιο πρόσφατα διαπιστώθηκε και μια βιολογική προδιάθεση: Ο Bessel van der Kolk (1994) πρωτοπόρος σε αυτόν τον τομέα ανακάλυψε ότι το χρόνιο άγχος που οφείλεται σε τραύμα έχει ως αποτέλεσμα για το άτομο μια ψυχοβιολογική σύγκρουση. Το άτομο δεν τραυματίζεται μόνο ψυχολογικά, αλλά και η βιολογική του υπόσταση υπόκειται σε μόνιμη αλλοίωση. Παρόμοια με το υπόλοιπο σώμα, το κεντρικό νευρικό σύστημα είναι ευπαθές και ευπρόσβλητο. Κατά την εμπειρία του τραύματος το κεντρικό νευρικό σύστημα δέχεται μια σειρά από σοκ. Όσο μεγαλύτερη είναι η ένταση και η διάρκεια του τραύματος, τόσο μεγαλώνει η πιθανότητα να κλονισθεί η βιοχημική ισορροπία του σώματος. Τα επινεφρίδια, όπως και το υπόλοιπο σώμα, δεν μπορούν να διαχειριστούν το παρατεταμένο άγχος. Σε κατάσταση σοβαρού καταναγκασμού, πρόσθετα με τις μαζικές εκκρίσεις αδρεναλίνης ή νορ-αδρεναλίνης, μια ποικιλία νευροδιαβιβαστικών ουσιών αποσυνδέονται. Οι νευροδιαβιβαστές είναι χημικές ουσίες που συμβάλλουν στην μεταφορά των νευρικών ώσεων από νευρώνα σε νευρώνα (Bourne 1990). Επιπλέον, ρυθμίζουν, ανάμεσα σε άλλα, τα συναισθήματα και τις διαθέσεις. Οργανισμοί που υπόκεινται σε χρόνιο στρες και εξαναγκασμό έχουν χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης (serotonin) σε ηρεμία και σε κατάσταση άγχους. Η χαμηλή σεροτονίνη συσχετίζεται με ερεθιστικότητα, υπερευαισθησία και υπερβολική συναισθηματική διέγερση σε σχετικά ήπια ερεθίσματα που αποτελούν συμπτώματα PTSD.
Η εξάπλωση του PTSD βρίσκεται σε έξαρση, γεγονός που δεν προκαλεί έκπληξη μια και ζούμε σε εποχή πολέμων, τρομοκρατικών χτυπημάτων, φυσικών καταστροφών, ενδοοοικογενειακής βίας, ψυχοσωματικής κακοποίησης και trafficking.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι κάθε χρόνο 700.000 έως 2.000.000 γυναίκες και παιδιά θύματα της εμπορίας ανθρώπων είναι εκτεθειμένα στις επιπτώσεις του PTSD. Τα έσοδα από το trafficking υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 19 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Παγκοσμίως, το τραύμα κυμαίνεται από 6%-52% για τις γυναίκες και 3%-9% για τους άνδρες.
Εδώ καταδεικνύεται η αναγκαιότητα της θεσμικής κατοχύρωσης του ρόλου των δικαστηριακών ψυχολόγων, όπως ήδη συμβαίνει στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με το φορέα “National Center for PTSD” (2000) τα άτομα που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση συμπτωμάτων PTSD είναι εκείνα που βιώνουν έντονα ερεθίσματα άγχους που δεν ελέγχονται, σεξουαλική θυματοποίηση και προδοσία. Αυτές οι εμπειρίες προσωποποιούν την πραγματικότητα του trafficking. Επομένως τα θύματα του trafficking ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση συμπτωμάτων PTSD, γεγονός που επαληθεύεται και από την έρευνά μας. Όμως, επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι τα θύματα αυτά παρουσιάζουν επιπρόσθετη ψυχοπαθολογία. Εξάγεται, λοιπόν, το λογικό συμπέρασμα ότι θα πρέπει αυτοί που έρχονται σε επαφή με θύματα του trafficking να έχουν συνειδητοποιήσει τις ιδιαιτερότητες της συμπτωματολογίας που παρουσιάζουν, διότι υπάρχει κίνδυνος να μη γίνει σωστή διάγνωση.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία οι επιστήμες που ασχολούνται με την ψυχική υγεία να εξετάσουν τις επιπτώσεις των διαφόρων τραυματικών καταστάσεων προκειμένου να μπορεί να γίνει δυνατό να προσφερθεί η πιο αρμόζουσα θεραπεία. Μέχρι πολύ πρόσφατα πολύ λίγα είχαν γίνει από τις κυβερνήσεις για την δίωξη των εγκληματιών που εκμεταλλεύονται και εκθέτουν τις γυναίκες σε τέτοιου είδους απάνθρωπη μεταχείριση. Αυτές οι γυναίκες έχουν απεκδυθεί την ανθρώπινη ιδιότητά τους και έχουν μετατραπεί σε «εμπόρευμα» προς πώληση.
Χριστίνα Αντωνοπούλου, Ph.D.
Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών
Ψυχολόγος - Κοινωνιολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου