Ο φιλόσοφος Φρειδερίκος Νίτσε δίνει μία ξεχωριστή απάντηση...
«Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες.
Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα.
Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους, που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά ότι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του…
Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ’ αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους.
Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες.
Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδόν πάντα τόσο τα άρματα όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα».
Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011
Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011
Ανησυχητικές εξελίξεις στο ελληνοτουρκικό μέτωπο
Συντάκτης: Γεώργιος Ε. Σέκερης | |
Ενώ η χώρα μας κλυδωνίζεται από ένα καταστροφικό συνδυασμό πολιτικής ανεπάρκειας και κοινωνικής αναταραχής, απειλητικά σύννεφα πυκνώνουν στον ελληνοτουρκικό ορίζοντα. Στη γεώτρηση της Noble Energy στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας η Άγκυρα αντιτάσσει: Τη διεξαγωγή δικών της παρόμοιων ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ, χωρίς μάλιστα να αποκλείει την επέκτασή τους και σε σημεία που σύμφωνα με τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 – της οποίας, σημειωτέον, η Τουρκία δεν είναι μέρος – ανήκουν στην ελληνική. Και τον ουσιαστικό τερματισμό των – ομολογουμένως εκφυλισμένων σε ανούσια, προσχηματική διαδικασία – διακοινοτικών συνομιλιών. Με τους Τούρκους καταφανώς να επωφελούνται της συγκυρίας, αφ’ενός, για να εμπεδώσουν περαιτέρω τη διχοτόμηση της Μεγαλονήσου και δη χωρίς να προσφέρουν ανταλλάγματα, εδαφικά και άλλα, και, αφ’ ετέρου – και είναι κάτι που πρέπει να συγκρατήσει όλως ιδιαίτερα την προσοχή μας – για να διαμηνύσουν στην Αθήνα ότι οι πρωτοβουλίες της Λευκωσίας έχουν επιπτώσεις και στα στενότερα ελλαδικά συμφέροντα. Εφ’ όσον, επομένως, οι εργασίες της αμερικανικής εταιρείας προχωρήσουν και οι τουρκικές απειλές υλοποιηθούν – και όλα πείθουν ότι ο κ. Ερντογάν δεν μπλοφάρει – η ελληνική ηγεσία θα αντιμετωπίσει συντόμως το οδυνηρό δίλημμα: Είτε να παραμείνει αμήχανος θεατής της καταπάτησης των δικαιωμάτων και συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας και ενδεχομένως και της ίδιας της χώρας μας, περιοριζόμενη σε αναποτελεσματικές διαμαρτυρίες, όπως αυτές που επί δεκαετίες τώρα επαναλαμβάνουμε εξ αφορμής της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής κυπριακού εδάφους και της λειτουργίας του ψευδοκράτους. Είτε να επιχειρήσει να εμποδίσει τις τουρκικές ενέργειες με στρατιωτικά μέσα. Με πιθανότερο, αν κρίνει κανείς από τα όσα έχουν δηλώσει μέχρι στιγμής οι Έλληνες αρμόδιοι, αλλά και υπό το φως των στρατιωτικών συσχετισμών, το πρώτο. Οι άκρως ανησυχητικές αυτές εξελίξεις αποκαλύπτουν άπαξ έτι το τραγικό κενό εθνικής στρατηγικής που διαχρονικά μας κατατρύχει. Διότι είναι προφανές – δεν χρειάζεται ειδική πληροφόρηση για να γίνει αντιληπτό – ότι το «εθνικό κέντρο» αδυνατεί να ασκήσει τον κατευθυντήριο ρόλο που του αναλογεί: «Ενημερώνεται» για τις κινήσεις της Λευκωσίας – και εν συνεχεία καλείται να διαχειρισθεί τις συνέπειές τους. Οι οποίες εν τούτοις επηρεάζουν καίρια τις τύχες, όχι μόνο των κάπου 800,000 Ελλήνων της Κύπρου – με ελλαδική πρωτίστως ευθύνη αποκομμένων από τον κρατικό κορμό της μητέρας πατρίδας – αλλά και του Ελληνισμού στο σύνολό του. |
Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011
BYZANTIO
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος (ὁ μετέπειτα Ἅγιος) ἐγκαινιάζει στὶς 11 Μαΐου τοῦ ἔτους 330 τὴν νέα Ρώμη, πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους.
Σύμφωνα μὲ τὸν Κωνσταντῖνο Παπαρρηγόπουλο ἡ Ρωμαϊκὴ κυριαρχία διήρκησε μέχρι τὸν 5ο αἰώνα, καὶ ὁμοίως συμφωνεῖ ἡ ἱστορικὸς Ἑλένη Γλυκατζὴ Ἀρβελέρ, ἡ ὁποία ἀναφέρει: "Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς περίοδου (379-641), τὸ Βυζάντιο θὰ ἀποκτήσει τὰ χαρακτηριστικά, ποῦ θὰ τὸ καταστήσουν ἀργότερα ὡς ἡ Ἑλληνικὴ Αὐτοκρατορία τς χριστιανικῆς Ἀνατολῆς.
" O Finlay θεωρεῖ ὅτι: "ἀπὸ τὸ 716 ἡ ἱστορία τῶν Ἑλλήνων τοσούτον στενῶς συμπλέκεται μετὰ τῶν χρονικῶν της κραταιῶς ἤδη ὀργανωθείσης αὐτοκρατορικῆς κυβερνήσεως, ὥστε ἡ ἱστορία τοῦ ἀνατολικοῦ κράτους ἀποτελεῖ ἔκτοτε ἓν ὅλον μετὰ τῆς τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἱστορίας." Ἡ Ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία ἦταν ὁ προμαχώνας τῆς χριστιανικῆς Εὐρώπης γιὰ χίλια καὶ πλέον ἔτη, προστατεύοντας τὴν ἀπὸ ἐπιδρομὲς βαρβάρων, ἐπιδρομὲς οἱ ὁποῖες ἦταν ἱκανὲς νὰ διαγράψουν τελείως τὴν πολιτιστικὴ ταυτότητα τῆς Εὐρώπης ποῦ γνωρίζουμε σήμερα.
Ἂν οἱ Πέρσες ἢ οἱ Ἄραβες ἢ οἱ Ὀθωμανοὶ εἶχαν κατακλύσει τὴν Εὐρώπη, σίγουρα ἡ Εὐρωπαϊκὴ ἱστορία θὰ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ σήμερα. Ἐπίσης τὸ κράτος τοῦ Βυζαντίου ἦταν ὁ θεματοφύλακας τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τῆς πνευματικῆς κληρονομιᾶς τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων. Ἂν δὲν εἶχαν ἀντιγραφεῖ τὰ χιλιάδες ἔργα τῶν ἀρχαίων σοφῶν καὶ εἶχαν παραδοθεῖ στὸ ἔλεος τῶν ἀσιατῶν εἰσβολέων, ἐλάχιστα θὰ γνωρίζαμε γιὰ τὶς ἀρχαῖες ἐπιστῆμες καὶ τὴν ἀρχαία φιλοσοφία.
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἀνέπτυξαν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες, ἀλλὰ παρέλειψαν νὰ κάνουν κάτι ἐξίσου σημαντικό. Δὲν δημιούργησαν Ἑλληνικὸ κράτος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνουν ὑπόδουλοι τῶν ἀρχαίων Ρωμαίων χωρὶς νὰ ὀργανώσουν οὔτε τὴν ὑποτυπώδη ἀντίσταση.
Οἱ μεσαιωνικοὶ Ἕλληνες δημιούργησαν καὶ ὀργάνωσαν τὸ πρῶτο Ἑλληνικὸ κράτος, τὸ ὁποῖο ἦταν τὸ ἰσχυρότερό του τότε γνωστοῦ κόσμου. Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι λαοὶ σέβονταν τὸν Ἕλληνα αὐτοκράτορα καὶ φθονοῦσαν τὸν πλοῦτο καὶ τὴν αἴγλη τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ Ἑλληνικὴ γλώσσα ἀκούγονταν ἀπὸ τὴν Σικελία μέχρι τὴν Καππαδοκία καὶ τὸν Πόντο, καὶ ἀπὸ τὴν Μακεδονία μέχρι τὴν Κρήτη καὶ τὴν Κύπρο. Οἱ Ἕλληνες, γιὰ πρώτη φορὰ ἦταν ἑνωμένοι καὶ δὲν μάχονταν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἀνέπτυξαν τὴν ἰατρική, ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ δημιούργησαν νοσοκομεῖα καὶ ἰατροφαρμακευτικὴ περίθαλψη, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶπαν: "Ὑπὲρ πάντων ἡ Πατρίς", ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ ἔκτισαν τὰ δυνατότερα τείχη καὶ ὀργάνωσαν τὸν ἰσχυρότερο στρατὸ καὶ στόλο τῆς ἐποχῆς, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες μίλησαν πρῶτοι γιὰ δικαιοσύνη καὶ ἰσότητα, ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ ἀνέπτυξαν τὸ καλύτερο νομοθετικὸ καὶ διοικητικὸ σύστημα γιὰ νὰ διοικήσουν τὸ ἀχανὲς κράτος τους, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν οἱ καλύτεροι μαθηματικοὶ καὶ φυσικοί, ἀλλὰ οἱ Βυζαντινοὶ ἔκτισαν τὸ μεγαλύτερο κτίριό του τότε γνωστοῦ κόσμου μέσα σὲ πέντε χρόνια, τὴν τοῦ Θεοῦ Ἁγία Σοφία.
Οἱ μεσαιωνικοὶ Ἕλληνες ἢ Ρωμιοί, ὅπως ἀποκαλοῦσαν τοὺς ἑαυτούς τους, ἦταν ἐξίσου ἱκανοὶ μὲ τοὺς προγόνους τους στὴν τέχνη. Σύμφωνα μὲ τὸν ἱστορικὸ Steven Runciman: "Ἡ βυζαντινὴ τέχνη ἦταν ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες σχολὲς τέχνης παγκοσμίως. Κανένας ἀρχαῖος Ἕλληνας δὲ θὰ μποροῦσε νὰ χτίσει τὴν Ἁγία Σοφία, αὐτὸ ἀπαιτοῦσε πολὺ βαθιὰ τεχνικὴ γνώση". Οἱ Βυζαντινοὶ ποῦ συνέχισαν μὲ φανατισμὸ νὰ ὁμιλοῦν τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ νὰ ἐξελληνίζουν τὰ ξένα ὀνόματα θεωροῦσαν τιμή τους ὅτι ἦταν ἀπόγονοι τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων.
Τὰ πρῶτα βιβλία ποῦ μάθαιναν τὰ παιδιὰ ἦταν ἡ Ἰλιάδα καὶ ἡ Ὀδύσσεια τοῦ Ὁμήρου καὶ οἱ ἀγαπημένοι τοὺς ἥρωες ἦταν μεταξὺ ἄλλων, ὁ Λεωνίδας καὶ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος.
O Παναγιώτης Κανελλόπουλος ἄριστος μελετητὴς τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας μᾶς παραθέτει στὸ βιβλίο του, Γεννήθηκα στὸ 1402: "Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πῆραν ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἀθήνα τὰ φῶτα τους, ἐνῶ οἱ ἄριστα μορφωμένοι Πατριάρχες, Φώτιος καὶ Ἀρέθας, εἶχαν ἀγκαλιάσει τὸν Πλάτωνα. Ὅταν δὲ οἱ Φράγκοι κατέλαβαν τὴν Βασιλεύουσα, ξύπνησε ἔντονα ἡ Ἑλληνικὴ συνείδηση τῶν Ἑλλήνων καὶ αἰσθάνθηκαν ὅσοι ἀποσύρθηκαν στὴν Μικρὰ Ἀσία, ἀντικρύζοντας τὴν Σμύρνη, τὴν Ἔφεσσο καὶ τὴ Μίλητο, τὸ Ἑλληνικὸ αἷμα νὰ ρέει στὶς φλέβες τους. Ἑάλω μὲν ἡ πατρίς, ἀλλ' ἀνδρὶ σοφῶ πᾶς τόπος Ἑλλάς".
H Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ, στὸ ἔργο της: L'idelogie politique de l' empire byzantin ὑποστηρίζει ὅτι: "Τὸ βασικὸ χαρακτηριστικό της πνευματικῆς ζωῆς τοῦ Βυζαντίου κατὰ τοὺς αἰῶνες τοῦ μεγαλείου του, παραμένει ἡ ἀνανέωση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα καὶ τὶς ἐπιτεύξεις της. Εἶναι πράγματι σημαντικὸ ὅτι σ'αὐτὴ τὴν περίοδο οἱ ἀναφορὲς στὸν κλασσικὸ κόσμο καὶ στὶς ἀξίες τοῦ πολλαπλασιάζονται, ἐνῶ ἡ μελέτη τῆς κλασσικῆς λογοτεχνίας κατακτᾶ ὅλο καὶ περισσότερο, ὄχι μόνο τὶς σχολὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ ἐπίσης καὶ τὸ ἐνημερωμένο κοινό.
Οἱ βυζαντινοὶ συνειδητοποιοῦν ὅλο καὶ περισσότερο, τοὺς προνομιακοὺς δεσμούς τους μὲ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα ἐξαιτίας τῆς ἑλληνοφωνίας τους. Αὐτὸ τοὺς διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὸν λατινικὸ κόσμο, ἐνῶ στὶς στιγμὲς κρίσης μεταξύ της χριστιανικῆς Δύσης καὶ τοῦ Βυζαντίου, ἡ ἀναφορὰ στὸν ἑλληνισμὸ βεβαιώνει τὴν ὑπεροχὴ τῆς βυζαντινῆς παιδείας ἔναντι τῶν Δυτικῶν τους ὁποίους τοὺς συγχέουν σκόπιμα μὲ τὸν βαρβαρικὸ κόσμο.
" O ἀρχαῖος ἑλληνισμὸς καὶ ἡ μεσαιωνικὴ ἑλληνικότητα ἀποτελοῦν δύο σταθμοὺς τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ εἶναι λάθος νὰ παραμερίζουμε τὸν δεύτερο, διότι ἔτσι ἀποκόβουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ τὸν πρῶτο σταθμό. Καὶ οἱ δύο ἀντιμετώπισαν ἀποτελεσματικὰ τὶς ἑφόδους τοῦ βαρβαρικοῦ κόσμου γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ πολιτισμένου κόσμου.
Ἁπλὰ ἐπειδὴ οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες, εἴμαστε μιμητὲς τῶν Δυτικῶν ἀφιερώνουμε ὅλη μας τὴν προσοχὴ στὴν ἀρχαιότητα ὅπως κάνουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ θεωροῦν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς κληρονόμους τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Παιδείας, ἀφοῦ οἱ πρόγονοί τους ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲν εἶχαν ἀναπτύξει στοιχειώδη πολιτισμό. Στὸν Μεσαίωνα ἡ Δύση ἄρχισε νὰ ἀναπτύσει τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν ταυτότητά της, ὅποτε θὰ ἦταν μειωτικὸ γι'αὐτοὺς νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὸν δικό μας μεσαιωνικὸ πολιτισμὸ ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ ἀνώτερός τους.
Ἐνῶ οἱ ἀνιστόρητοι πολίτες τῆς Δύσης ξέχασαν καὶ ἀγνοοῦν τὸ Ἑλληνικὸ κράτος τοῦ Μεσαίωνα, οἱ ἱστορικοί της Δύσης μᾶλλον εἶναι αὐτοὶ ποῦ μᾶς δίδαξαν γιὰ αὐτὸ τὸ κράτος. Δὲν ὑπάρχει οὔτε μία ταινεία στὸν Ἀμερικανικὸ κινηματογράφο ποῦ νὰ ἀναφέρει ἔστω τὴν λέξη Κωνσταντινούπολη. Ἁπλὰ ἀναφέρω ὅτι μία ἀμερικανικὴ ταινεία ποῦ εἶχε σὰν θέμα τῆς τὴ ζωὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τελείωσε μὲ τὴν τελευταία του μάχη ποῦ τὸν καθιέρωσε μόνο καὶ πανίσχυρο αὐτοκράτορα, ἀγνοώντας παντελῶς τὴ ἵδρυση τῆς Νέας Ρώμης, καὶ τὴν μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας στὴν ἀρχαία πόλη τοῦ Βυζαντίου. Εὐτυχῶς ὅμως ἡ ξένη βιβλιογραφία γιὰ τὸ Βυζάντιο εἶναι ἀπέραντη.
Εἶναι τιμή ποῦ ὁ βυζαντινὸς κόσμος ἔκανε συνείδησή καὶ ζήτησε νὰ ἐλαφρώσει τὰ βάρη τῆς ζωῆς, θεμελιώνοντας νοσοκομεῖα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς λεπροὺς καὶ τοὺς ἀδύνατους, κτίζοντας ξενοδοχεῖα γιὰ τοὺς ὁδοιπόρους καὶ τοὺς ξένους, γηροκομεῖα γιὰ τοὺς γέρους, οἴκους μητρότητος γιὰ τὶς γυναῖκες, καταφύγια γιὰ τὰ ἐγκαταλελειμμένα παιδιὰ καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα.
Tοῦ συγγραφέα Λάζαρου Ἀραβανῆ
Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011
«Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο»
....Έκαμα κουράγιο, μπῆκα στὴ σπηλιά, προχώρησα κατὰ τὴ φωνή. Κουλουριασμένος χάμω, εἶχε σηκώσει τὸ κεφάλι ὁ ἀσκητής, καὶ διέκρινα στὸ μεσόφωτο τὸ πρόσωπό του ἄτριχο, φαγωμένο ἀπὸ τὶς ἀγρύπνιες καὶ τὴν πείνα, μὲ ἀδειανοὺς βολβούς, νὰ γυαλίζει βυθισμένο σὲ ἀνείπωτη μακαριότητα· τὰ μαλλιά του εἶχαν πέσει, ἔλαμπε τὸ κεφάλι του σὰν κρανίο.
— Εὐλόγησον, πάτερ, εἶπα κι ἔσκυψα νὰ τοῦ φιλήσω τὸ κοκαλιασμένο χέρι.
Κάμποση ὥρα σωπαίναμε· κοίταζα μὲ ἀπληστία τὴν ψυχὴ τούτη ποὺ εἶχε ἐξαφανίσει τὸ κορμί της, αὐτὸ βάραινε τὶς φτεροῦγες της καὶ δὲν τὴν ἄφηνε ν᾿ ἀνέβει στὸν οὐρανό. Ἀνήλεο, ἀνθρωποφάγο θεριὸ ἡ ψυχὴ ποὺ πιστεύει· κρέατα, μάτια, μαλλιά, ὅλα τοῦ τά ῾χε φάει.
Δὲν ἤξερα τί νὰ πῶ, ἀπὸ ποῦ ν᾿ ἀρχίσω. Σὰν ἕνα στρατόπεδο ὕστερα ἀπὸ φοβερὴ σφαγή μοῦ φάνταζε τὸ σαράβαλο κορμὶ μπροστά μου· ξέκρινα ἀπάνω του τὶς νυχιὲς καὶ τὶς δαγκωματιὲς τοῦ Πειρασμοῦ.
Ἀποκότησα τέλος: — Παλεύεις ἀκόμα μὲ τὸ Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τὸν ρώτησα. — Ὄχι πιά, παιδί μου· τώρα γέρασα, γέρασε κι αὐτὸς μαζί μου· δὲν ἔχει δύναμη· παλεύω μὲ τὸ Θεό. — Μὲ τὸ Θεό! ἔκαμα ξαφνιασμένος· κι ἐλπίζεις νὰ νικήσεις; — Ἐλπίζω νὰ νικηθῶ, παιδί μου· μοῦ ἀπόμειναν ἀκόμα τὰ κόκαλα· αὐτὰ ἀντιστέκουνται. — Βαριὰ ἡ ζωή σου, γέροντά μου· θέλω κι ἐγὼ νὰ σωθῶ, δὲν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος; — Πιὸ βολικός; ἔκαμε ὁ ἀσκητὴς καὶ χαμογέλασε μὲ συμπόνια. — Πιὸ ἀνθρώπινος, γέροντά μου. — Ἕνας μονάχα δρόμος. — Πῶς τὸν λέν; — Ἀνήφορο· ν᾿ ἀνεβαίνεις ἕνα σκαλί· ἀπὸ τὸ χορτασμὸ στὴν πείνα, ἀπὸ τὸν ξεδιψασμὸ στὴ δίψα, ἀπὸ τὴ χαρὰ στὸν πόνο· στὴν κορφὴ τῆς πείνας, τῆς δίψας, τοῦ πόνου κάθεται ὁ Θεός. Στὴν κορφὴ τῆς καλοπέρασης κάθεται ὁ Διάβολος· διάλεξε. — Εἶμαι ἀκόμα νέος· καλή ῾ναι ἡ γῆς, ἔχω καιρὸ νὰ διαλέξω. Ἅπλωσε ὁ ἀσκητὴς τὰ πέντε, κόκαλα τοῦ χεριοῦ του, ἄγγιξε τὸ γόνατό μου, μὲ σκούντηξε: — Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πρὶν σὲ ξυπνήσει ὁ Χάρος. Ἀνατρίχιασα. — Εἶμαι νέος, ξανάπα γιὰ νὰ κάμω κουράγιο. — Ὁ Χάρος ἀγαπάει τοὺς νέους· ἡ Κόλαση ἀγαπάει τοὺς νέους· ἡ ζωή ῾ναι ἕνα μικρὸ κεράκι ἀναμμένο, εὔκολα σβήνει, ἔχε τὸ νοῦ σου, ξύπνα!
Σώπασε μιὰ στιγμή, καὶ σὲ λίγο: — Εἶσαι ἕτοιμος; μοῦ κάνει. Ἀγανάχτηση μὲ κυρίεψε καὶ πεῖσμα. — Ὄχι! φώναξα. — Αὐθάδεια τῆς νιότης! Τὸ λὲς καὶ καυχιέσαι, μὴ φωνάζεις· δὲ φοβᾶσαι; — Ποιὸς δὲ φοβᾶται; Φοβοῦμαι. Κι ἐλόγου σου, πάτερ ἅγιε, δὲ φοβᾶσαι; Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει νὰ φτάσεις στὴν κορφὴ τῆς σκάλας, φάνηκε ἡ πόρτα τῆς Παράδεισος· μὰ θ᾿ ἀνοίξει ἡ πόρτα αὐτὴ νὰ μπεῖς; θ᾿ ἀνοίξει; εἶσαι σίγουρος;
Δυὸ δάκρυα κύλησαν ἀπὸ τὶς κόχες τῶν ματιῶν του· ἀναστέναξε· καὶ σὲ λίγο: — Εἶμαι σίγουρος γιὰ τὴν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ· αὐτὴ νικάει καὶ συχωρνάει τὶς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου. — Κι ἐγὼ εἶμαι σίγουρος γιὰ τὴν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ· αὐτὴ λοιπὸν μπορεῖ νὰ συχωρέσει καὶ τὴν αὐθάδεια της νιότης. — Ἀλίμονο νὰ κρεμόμαστε μονάχα ἀπὸ τὴν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ· ἡ κακία τότε κι ἡ ἀρετὴ θὰ μπαῖναν ἀγκαλιασμένες στὴν Παράδεισο. — Δὲν εἶναι, θαρρεῖς, γέροντά μου, ἡ καλοσύνη τοῦ Θεοῦ τόσο μεγάλη; Κι ὡς τό ῾πα, ἄστραψε στὸ νοῦ μου ὁ ἀνόσιος, μπορεῖ, μά, ποιὸς ξέρει, μπορεῖ ὁ τρισάγιος στοχασμός, πὼς θά ῾ρθει καιρὸς τῆς τέλειας λύτρωσης, τῆς τέλειας φίλιωσης, θὰ σβήσουν οἱ φωτιὲς τῆς Κόλασης, κι ὁ Ἄσωτος Υἱός, ὁ Σατανᾶς, θ᾿ ἀνέβει στὸν οὐρανό, θὰ φιλήσει τὸ χέρι τοῦ Πατέρα καὶ δάκρυα θὰ κυλήσουν ἀπὸ τὰ μάτια του: «Ἥμαρτον!» θὰ φωνάξει, κι ὁ Πατέρας θ᾿ ἀνοίξει τὴν ἀγκάλη του: «Καλῶς ἦρθες» θὰ τοῦ πεῖ «καλῶς ἦρθες, γιὲ μου· συχώρεσέ με ποὺ σὲ τυράννησα τόσο πολύ!».
Μὰ δὲν τόλμησα νὰ ξεστομίσω τὸ στοχασμό μου· πῆρα ἕνα πλάγιο μονοπάτι νὰ τοῦ τὸ πῶ. — Ἔχω ἀκουστά, γέροντά μου, πὼς ἕνας ἅγιος, δὲ θυμᾶμαι τώρα ποιός, δὲν μποροῦσε νὰ βρεῖ ἀνάπαψη στὴν Παράδεισο. Ἄκουσε ὁ Θεὸς τοὺς στεναγμούς του, τὸν κάλεσε: «Τί ἔχεις κι ἀναστενάζεις;» τὸν ρώτησε· «δὲν εἶσαι εὐτυχής;—Πῶς νά ῾μαι εὐτυχής, Κύριε;» τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ ἅγιος. Στὴ μέση μέση τῆς Παράδεισος ἕνα συντριβάνι καὶ κλαίει. —Τί συντριβάνι;—Τα δάκρυα τῶν κολασμένων».
Ὁ ἀσκητὴς ἔκαμε τὸ σημάδι τοῦ σταυροῦ, τὰ χέρια του ἔτρεμαν. — Ποιὸς εἶσαι; ἔκαμε μὲ φωνὴ ξεψυχισμένη· ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ! Ἔκαμε πάλι τὸ σταυρὸ του τρεῖς φορές, ἔφτυσε στὸν ἀέρα: — Ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ, ξανάπε, κι ἡ φωνή του τώρα εἶχε στερεώσει.
Ἄγγιξα τὸ γόνατό του ποὺ γυάλιζε γυμνὸ στὸ μεσόφωτο· τὸ χέρι μου πάγωσε. — Γέροντά μου, τοῦ κάνω, δὲν ἦρθα ἐδῶ νὰ σὲ πειράξω, δὲν εἶμαι ὁ Πειρασμός· εἶμαι ἕνας νέος ποὺ θέλει νὰ πιστέψει ἁπλοϊκά, χωρὶς νὰ ρωτάει, ὅπως πίστευε ὁ παππούς μου ὁ χωριάτης· θέλω, μὰ δὲν μπορῶ.
—Ἀλίμονό σου, ἀλίμονό σου, δυστυχισμένε· τὸ μυαλὸ θὰ σὲ φάει, τὸ ἐγὼ θὰ σὲ φάει.
Ὁ ἀρχάγγελος Ἑωσφόρος, ποὺ ἐσὺ ὑπερασπίζεσαι καὶ θὲς νὰ τὸν σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στὴν Κόλαση; Ὅταν στράφηκε στὸ Θεὸ κι εἶπε: Ἐγώ. Ναὶ ναί, ἄκου, νεαρέ, καὶ βάλ᾿ το καλὰ στὸ νοῦ σου:
Ἕνα μονάχα πράμα κολάζεται στὴν Κόλαση, τὸ ἐγώ. Τὸ ἐγώ, ἀνάθεμά το!
Τίναξα τὸ κεφάλι πεισματωμένος:
— Μὲ τὸ ἐγὼ αὐτὸ ξεχώρισε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ ζῷο, μὴν τὸ κακολογᾶς, πάτερ Μακάριε.
— Μὲ τὸ ἐγὼ αὐτὸ ξεχώρισε ἀπὸ τὸ Θεό. Πρῶτα ὅλα ἦταν ἕνα μὲ τὸ Θεό, εὐτυχισμένα στὸν κόρφο του. Δὲν ὑπῆρχε ἐγὼ καὶ σὺ κι ἐκεῖνος· δὲν ὑπῆρχε δικό σου καὶ δικὸ μου, δὲν ὑπῆρχαν δυό, ὑπῆρχε ἕνα· τὸ Ἕνα, ὁ Ἕνας. Αὐτὸς εἶναι ὁ Παράδεισος ποὺ ἀκοῦς, κανένας ἂλλος· ἀπὸ κεῖ ξεκινήσαμε, αὐτὸν θυμᾶται καὶ λαχταρίζει ἡ ψυχὴ νὰ γυρίσει· βλογημένος ὁ θάνατος! τί ‘ναι ὁ θάνατος, θαρρεῖς; Ἕνα μουλάρι, τὸ καβαλικεύουμε καὶ πᾶμε.
Μιλοῦσε, κι ὅσο μιλοῦσε τὸ πρόσωπό του φωτίζουνταν· γλυκό, εὐτυχισμένο χαμόγελο ξεχύνουνταν άπὸ τὰ χείλια του κι ἔπιανε ὅλο του τὸ πρόσωπο. Ἔνιωθες βυθίζουνταν στὴν Παράδεισο. — Γιατί χαμογελᾶς, γέροντά μου; — Εἶναι νὰ μὴ χαμογελῶ; μοῦ ἀποκρίθηκε· εἶμαι εὐτυχής, παιδὶ μου· κάθε μέρα, κάθε ὥρα, γρικῶ τὰ πέταλα τοῦ μουλαριοῦ, γρικῶ τὸ Χάρο νὰ ζυγώνει.
Εἶχα σκαρφαλώσει τὰ βράχια γιὰ νὰ ξομολογηθῶ στὸν ἄγριο τοῦτον ἀπαρνητὴ τῆς ζωής· μὰ εἶδα ἦταν ἀκόμα πολὺ ἐνωρίς· ἡ ζωὴ μέσα μου δὲν εἶχε ξεθυμάνει, ἀγαποῦσα πολὺ τὸν ὁρατὸ κόσμο, ἔλαμπε ὁ Ἑωσφόρος στὸ μυαλό μου, δὲν εἶχε ἀφανιστεῖ μέσα στὴν τυφλωτικὴ λάμψη τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα, συλλογίστηκα, σὰ γεράσω, σὰν ξεθυμάνω, σὰν ξεθυμάνει μέσα μου κι ὁ Ἑωσφόρος.
Σηκώθηκα. Ἄσκωσε ὁ γέροντας τὸ κεφάλι. — Φεύγεις; ἔκαμε· ἄε στὸ καλό· ὁ Θεὸς μαζί σου. Καὶ σὲ λίγο, περιπαιχτικά:
— Χαιρετίσματα στὸν κόσμο.
— Χαιρετίσματα στὸν οὐρανό, ἀντιμίλησα· καὶ πὲς στὸ Θεὸ, δὲ φταῖμε ἐμεῖς, φταίει αὐτὸς ποὺ ἔκαμε τὸν κόσμο τόσο ὡραῖο.
Ἀπὸ τὴν «Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο», ἐκδ. Ἑλ. Καζαντζάκη, 1964.
Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011
Η Ορθοδοξία: Άρθρο του Ν. Ζαχαριάδη
Κείμενο του Νίκου Ζαχαριάδη.
Δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη την 9η Σεπτεμβρίου 1945
«Πληροφορίες ποὺ δημοσιεύτηκαν σὲ ἀθηναϊκὲς ἐφημερίδες μᾶς πληροφοροῦν ὅτι στὸ Λονδίνο ὁ Μακαριότατος θὰ συζητήσει μὲ τοὺς ὑπεύθυνους ἀγγλικοὺς κύκλους καὶ τὸ ζήτημα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ξαναγίνεται προσπάθεια στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τῆς Πόλης νὰ μεταβληθεῖ πάλι ὄχι μόνο σὲ στίβο προσωπικῶν ἀντιζηλιῶν καὶ ἐπιδιώξεων ποὺ ἔχουν συναμεταξύ τους διάφοροι χρεοκοπημένοι ἱεράρχες, μὰ καὶ σὲ ὄργανο μεγαλοδυναμικῶν ἐξωορθοδοξιακῶν βλέψεων.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ ἑλληνικὸς Λαὸς πρέπει νὰ προσέξει ἐξαιρετικά. Χωρὶς νὰ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ πέσει σὲ ἀνακρίβειες, μπορεῖ κανεὶς νὰ ἰσχυριστεῖ ἐδῶ ὅτι ἡ λαοφθόρα διαμάχη ἀνάμεσα στοὺς βαλκανικοὺς λαοὺς χρονικὰ συμπίπτει μὲ τὴν ἐποχὴ ποὺ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀρχίζει νὰ κομματιάζεται καὶ νὰ γίνεται ὄργανο ξένων, ἀνθελληνικῶν, ἀντιβαλκανικῶν καὶ ἀντιορθοδοξιακῶν συμφερόντων.
Ὁ μεγαλοτυχοδιωκτικὸς ἐθνικισμὸς μέσα στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο δὲν ἔβλαψε καὶ αὐτὸς λίγο τὸ ἔργο γιὰ μία δημοκρατικὴ συνεργασία καὶ συμβίωση στὰ Βαλκάνια καὶ μὲ τοὺς φατριασμοὺς τῆς φαναριώτικης παπαδοκρατίας τράφηκε πολλὲς φορὲς καὶ ἐνισχύθηκε τὸ τοπικιστικὸ διασπαστικὸ πνεῦμα μέσα στοὺς κόλπους τῆς ὀρθοδοξίας, ποὺ τόσο ἔβλαψε τὴ λαϊκὴ καὶ ἐθνικὴ ἐξέλιξη καὶ πρόοδο ὅλων τῶν βαλκανικῶν λαῶν.
Τὸ ξάπλωμα καὶ ἡ ἐπικράτηση τῆς Ὀρθοδοξίας στὶς χῶρες καὶ τοὺς λαοὺς τῆς Ἀνατολικῆς καὶ Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης καθὼς καὶ στὴ Μικρασία καὶ τὴ Μέση Ἀνατολὴ ἀνταποκρίνεται ἱστορικὰ στὴν ἀντίδραση ποὺ προκαλοῦσαν οἱ τάσεις γιὰ πνευματική, πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐπέκταση καὶ ἐπιβολὴ τοῦ Δυτικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους καὶ τοῦ καθολικισμοῦ - παπισμοῦ. Μὰ ἡ ἐπικράτηση αὐτὴ δὲν ὀφείλεται μονάχα σὲ ἀρνητικὰ αἴτια.
Ἔχει καὶ θετικὰ βάθρα, γιατί χωρὶς νὰ παραγνωρίζουμε τὶς ἐθνικὲς καὶ τοπικὲς ἰδιομορφίες, ἡ Ὀρθοδοξία ἰδεολογικὰ - πνευματικὰ ἀνταποκρίνεται σὲ μία νοοτροπία λαϊκή, σ' ἕνα ἐσωτερικὸ ψυχικὸ δεσμό, ποὺ ὁ Εὐρωπαῖος κοσμοπολίτης ὀνομάζει «ἀνατολικὸ πνεῦμα» καὶ ὁ ξεπεσμένος καὶ ἔκφυλος Λεβαντίνος περιφρονεῖ μὰ ποὺ συγκεντρώνει καὶ ἐκφράζει ἐσωτερικὴ λαϊκὴ ἑνότητα καὶ ἐκδηλώνει ἀνώτερα ἰδεώδη καὶ χαρίσματα, ἄσχετα ἂν στὰ χρόνια ἐκεῖνα τῆς μεσαιωνικῆς κατάστασης καὶ τοῦ ἀσιατικοῦ δεσποτισμοῦ τοῦ Βυζαντίου κάνουν τὴν ἐμφάνισή τους μὲ μορφὴ θρησκευτικο-ἐκκλησιαστική.
Ἐδῶ θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ τονίσουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἡ Χριστιανικὴ θρησκεία γενικότερα, ὅπως τὴν ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία αὐτή, παῖξαν ὄχι μόνο στὴ Ρωσία μὰ καὶ στὰ Βαλκάνια ἕναν προοδευτικὸ ρόλο τόσο σὰν παράγοντας ποὺ διευκόλυνε καὶ ἐπιτάχυνε τὴν ἐθνικὴ διαμόρφωση, συσπείρωση καὶ ἀνάπτυξη, παρέχοντάς της ἑνιαία ἰδεολογικὰ πλαίσια, ὅσο σὰν στοιχεῖο ποὺ στὰ χρόνια του ἐξανδραποδισμοῦ καὶ τῆς σκλαβιᾶς κάτω ἀπὸ τὴν ὀθωμανικὴ τυραννία συνέτεινε σημαντικὰ καὶ οὐσιαστικὰ στὸν ἐθνικοαπελευθερωτικὸ τότε ἀγῶνα, παρὰ καὶ ἐνάντια στὴν ἀντίδραση καὶ προδοσία ποὺ ἔκαναν σημαντικοὶ καὶ σημαίνοντες παράγοντες καὶ κορυφὲς τῆς Ὀρθοδοξίας ἰδιαίτερα στὸ Φανάρι.
Εἶναι ἀναρίθμητα τὰ παραδείγματα ποὺ δείχνουν ὅτι Ταγοὶ καὶ ἁπλοὶ στρατευόμενοι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας πάλεψαν καὶ μὲ τὸ ντουφέκι στὸ χέρι στὸ πλευρὸ τοῦ Λαοῦ καὶ ὅτι μοναστήρια καὶ μοναστήρια εἶχαν μεταβληθεῖ σὲ μπαρουταποθῆκες καὶ λαϊκὰ φρούρια.
Στὰ χρόνια της χιτλεροφασιστικῆς ὑποδούλωσης στὴν Ἑλλάδα, παρὰ τὴν οὐσιαστικὴ ἀντίδραση τῆς κεφαλῆς τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας, ποὺ συνέχιζε τὴν προδοτικὴ καὶ ἀντιλαϊκὴ στάση της κατὰ τὴν περίοδο τῆς τεταρτοαυγουστιανῆς δικτατορίας, ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ Κλήρου τάχθηκε στὸ πλευρὸ τοῦ Λαοῦ καὶ πολέμησε μαζί του. Σήμερα ἡ μοναρχοφασιστικὴ ἀντίδραση προσπαθεῖκάτω ἀπὸ ξένες ἐμπνεύσεις νὰ σπάσει καὶ τὴν ἡρωικὴ αὐτὴ δημιουργία τοῦ Κλήρου στὸν καιρὸ τῆς Ἐθνικῆς Ἀντίστασης.
Καὶ νὰ κάνει τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μαζὶ μὲ τὴν Αὐτοκέφαλη Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία ξανὰ ὄργανο ξένων ἐπιρροῶν στὰ Βαλκάνια, ὄργανο διάσπασης ἀνάμεσα στοὺς λαοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας. Καὶ αὐτὸ τὸ σκοπὸ ὅπως φαίνεται ἐξυπηρετεῖ τὸ ταξίδι τοῦ Μακαριώτατου στὸ Λονδίνο, ὅπου θὰ πάει νὰ μηχανορραφήσει. Τὸ ὅλο ζήτημα καταντᾷ πολὺ πιὸ ὕποπτο γιατί εἶναι ἀνακατεμένος καὶ ὁ πολὺς τέταρτο-αὐγουστιανὸς Χρύσανθος.
Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πρέπει νἄμαστε στὸ σημεῖο αὐτὸ πολὺ εὐαίσθητοι, προσεκτικοὶ καὶ ἄγρυπνοι. Ἡ ἀντιδραστικὴ μοναρχοφασιστικὴ δεξιὰ καὶ οἱ συνεργάτες της θέλουν σήμερα νὰ καπηλευθοῦν καὶ αὐτὸ τὸ ἁγνὸ καὶ ἀκμαῖο θρησκευτικὸ αἴσθημα τοῦ Λαοῦ μας. Νὰ ἐμπορευθοῦν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ νὰ τὴν ξανακάνουν ὄργανο διχασμοῦ καὶ διχόνοιας στὰ Βαλκάνια, στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἀνατολὴ καὶ στὴ Μέση Ἀνατολή.
Αὐτοῦ βρίσκεται σήμερα ἕνας σοβαρὸς κίνδυνος. Τεταρτοαυγουστιανοί, δοσίλογοι καὶ συνθηκολόγοι καθοδηγητὲς στὴν Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία εἶναι μία ἀπειλὴ ἐθνικὴ καὶ πρὸς τὰ μέσα καὶ πρὸς τὰ ἔξω. Ἡ Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία καὶ γενικότερα ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία, πρέπει νὰ ἀποβλέψουν στὸ μοναδικὸ προορισμό τους ποὺ μπορεῖ νὰ τοὺς δώσει καὶ μία ἀτράνταχτη ἱστορικὴ δικαίωση: Νὰ γίνουν συνδετικοὶ κρίκοι ἀνάμεσα στοὺς λαοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀπόστολοι τῆς πνευματικῆς, πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς συνεννόησης καὶ συνεργασίας. Σ' αὐτὸν τὸν ρόλο καὶ τὴν ἀποστολή, πρωτοπόρο καὶ πρωτεργάτη θέλει ὁ Λαὸς τῆς Ἑλλάδας τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία του.
Τὸ πρῶτο βῆμα θὰ γίνει μὲ τὴν ἀποκατάσταση συνεργασίας καὶ ἑνότητας στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας.
Σὲ μία τέτοια κίνηση, ποὺ ἀπὸ πολλοὺς τώρα μῆνες συνεχίζεται καὶ καρποφορεῖ, δὲν παίρνει ἐπιδειχτικὰ μέρος ἡ Ἑλληνικὴ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία, ποὺ στὶς ἀντιορθοδοξιακὲς πλεκτᾶνες τῆς προσπαθεῖ νὰ μπλέξει καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τῆς Πόλης.
Εἶναι μία καθαρὴ ξενοκίνητη διασπαστικὴ κίνηση ποὺ ἂν παρουσιάζει μερικὲς ἐπιτυχίες, εἶναι γιατί ἐπικρατεῖ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας ἕνα τεταρτοαυγουστιανὸ ἐσωτερικὸ καθεστὼς ποὺ πνίγει τὴ φωνὴ τοῦ λαϊκοῦ κλήρου καὶ κρατᾷ στὴν ἀρχὴ προδότες, δοσίλογους, συμβιβαστές, ποὺ ἐξυπηρετοῦν μόνο ξένους σκοποὺς καὶ συμφέροντα.
Εἶναι ἀπαραίτητο, λοιπόν, ἕνα ἐσωτερικὸ σάρωμα, θαρραλέο καὶ ἐξυγιαντικὸ μέσα στὶς γραμμὲς τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας.Γιὰ νὰ ξαναβρεῖ τὴν ἰσορροπία της. Καὶ νὰ γίνει ὅπως τὴ θέλει ὁ Λαός, παράγοντας συμφιλίωσης, ἀδελφοσύνης, εἰρήνης καὶ συνεργασίας ἀνάμεσα στοὺς Λαοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας».
ΣΧΟΛΙΑ
Σε πρώτη εντύπωση αποτελεί μεγάλη έκπληξη ότι αυτό το κείμενο είναι από την πένα του Ζαχαριάδη. Με ορθολογική ανάλυση του άρθρου προκύπτει ότι, εκείνη την χρονική περίοδο οι Ρώσοι προωθούσαν την ιδέα "πανορθόδοξης ενότητας" όλων των Βαλκανίων, υπό δική τους κυριαρχία, η οποία θα έδινε και θρησκευτικό μανδύα στην πολιτική ένταξη των βαλκανικών χωρών στο σοβιετικό στρατόπεδο.
Σε πολλά σημεία χειροκροτούμε το άρθρο για την για την πρόβλεψιμότητά του ενώ σε άλλα εκ των υστέρων βέβαια, αντλαμβανόμαστε τον σκοπό του συγγραφέα.
Σε πολλά σημεία χειροκροτούμε το άρθρο για την για την πρόβλεψιμότητά του ενώ σε άλλα εκ των υστέρων βέβαια, αντλαμβανόμαστε τον σκοπό του συγγραφέα.
Μην ξεχνάμε την ίδια περίοδο ότι το κόμμα έχει ήδη αποκαταστήσει τον Ρήγα Φεραίο ως «μη ιμπεριαλιστή», όπως τον εμφάνιζε για τις ιδέες του προπολεμικά η ιστορία του Κορδάτου.
Ο Ζαχαριάδης επιθυμεί να συνταχθεί σε αυτό το πλαίσιο η Ελληνική Εκκλησία και το Πατριαρχείο ώστε με την επιρροή που έχουν να κατευθύνουν και τον ελληνικό λαό προς τα εκεί. Εξ ου και η ανησυχία του για το ταξίδι του, αντιβασιλέα τότε, αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού στο Λονδίνο.
Ο Ζαχαριάδης δείχνει μέσω του άρθρου ξεκάθαρα τη νέα γραμμή: η ανατολίτικη "ορθοδοξία" μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όχημα για την συστηματική καλλιέργεια αντιδυτικισμού και σλαβοφιλίας στον ελληνικό λαό ώστε τελικά π.χ. να βλέπει πάντα τους Ρώσους ως "καλούς" ενώ τους Αμερικάνους ως "κακούς". Και να θεωρεί ότι τα συμφέροντά της χώρας εξυπηρετούνται με το να βρίσκεται στη ρωσική σφαίρα επιρροής.
Ο στόχος δηλαδή είναι μέσα από τις διάφορες προβαλλόμενες πολιτισμικές συνάφειες να ενισχύεται η πολιτικογεωστρατηγική επιρροή των Ρώσων σε Ελλάδα και Κύπρο έναντι των δυτικών.
Βάσιμα λοιπόν συμπεραίνεται ότι οι θέσεις του Ζαχαριάδη σηματοδοτούσαν μια άλλη πορεία για το κομμουνιστικό κίνημα. Για το τί έγινε μετά είναι άλλη μεγάλη κουβέντα. “Αποκηρύξεις” και σφαγιασμούς δεν είχαμε μόνο από την μια πλευρά. Αρκετές “αποκηρύξεις” διαβάστηκαν και εκ του Ιερού Βήματος. “Ευλογήθηκε” η Μακρόνησος έτι δε και τα κατά τόπους στρατοδικεία με τα σχετικά εκτελεστικά αποσπάσματα.
ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Νίκος Ζαχαριάδης γεννήθηκε στις 27 Απριλίου του 1903 στην Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης. Από τα 15 του χρόνια αναγκάστηκε να δουλέψει στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, όπου εντάχθηκε στη σοσιαλιστική Διεθνή Πανεργατική Ένωση.
Επηρεασμένος από την Οκτωβριανή Επανάσταση, ταξίδεψε στη Σοβιετική Ρωσία, το 1921 έγινε μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας και το 1922, μέλος και του Κόμματος των Μπολσεβίκων.
Το 1924 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και ανέλαβε καθοδηγητική δουλειά στην Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας, την ΟΚΝΕ.
Το 1926 εντάχθηκε στον καθοδηγητικό μηχανισμό του ΚΚΕ και καταδιωκόμενος και πάλι, έφυγε το 1929 στη Σοβιετική Ένωση, όπου φοίτησε στην Ανώτατη Κομματική Σχολή της Μόσχας.
Από τη Μόσχα επέστρεψε το 1931 και ανέλαβε την καθοδήγηση του ΚΚΕ.
Το 1934 εκλέχθηκε γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ.
Το 1936, έναν μήνα μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Μεταξά, φυλακίστηκε και έμεινε στην απομόνωση έως το 1941.
Με την εισβολή των χιτλερικών στρατευμάτων, μεταφέρθηκε από τη Γκεστάπο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου έμεινε κρατούμενος ως το 1945.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, στις 30 Μαΐου του 1945, ανέλαβε και πάλι την ηγεσία της ΓΓ του ΚΚΕ.
Μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας, το 1949, εγκαταστάθηκε ως πολιτικός πρόσφυγας στο Βουκουρέστι.
Ο Ν. Ζαχαριάδης αρχικά εξορίστηκε στο Μποροβίτσι, της ΕΣΣΔ, όπου έως το 1962 εργάστηκε σε δασική επιχείρηση, συνεχίζοντας την πολιτική του δραστηριότητα και τις επαφές με τα διαγραμμένα μέλη του ΚΚΕ. Τότε ζήτησε από την Ελληνική Πρεσβεία στη Μόσχα να γυρίσει στην Ελλάδα για να αναλάβει την ευθύνη της πολιτικής του ΚΚΕ κατά τον εμφύλιο πόλεμο, αλλά εκτοπίσθηκε στο Σουργκούτ της Σιβηρίας.
Την 1 Αυγούστου 1973 βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του στο Σουργκούτ, όπου επί 24ώρου βάσεως ήταν υπό την επιτήρηση των σοβιετικών αρχών, οι οποίες τον υποχρέωσαν να φέρει ταυτότητα με το όνομα Νικολάι Νικολάγιεβιτς Νικολάγιεφ.
Το 1991, λίγες μόλις μέρες μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η σορός του Ζαχαριάδη επιστράφηκε στην Ελλάδα και κηδεύτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)